Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2011

Ο θησαυρός της... αγκινάρας

ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ προοπτική για την ανάπτυξη των ενεργειακών καλλιεργειών στην Ελλάδα δημιουργεί ο «οργασμός» αιτήσεων που έχουν κατατεθεί στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας για τη δημιουργία εργοστασίων καύσης βιομάζας, με σκοπό την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος.

Αν και μέχρι σήμερα η αξιοποίηση της βιομάζας στη χώρα μας γινόταν με ρυθμούς «χελώνας», η ελκυστική τιμή των 200 ευρώ για κάθε παραγόμενη μεγαβατώρα που έθεσε το υπουργείο Περιβάλλοντος ξύπνησε το ενδιαφέρον για νέες επενδύσεις.

Χαρακτηριστικό είναι ότι ενώ έχει δοθεί άδεια παραγωγής σε 26 εργοστάσια βιομάζας, τα οποία, όταν λειτουργήσουν, θα παράγουν 119,6 MW «πράσινης» ενέργειας, οι νέες αιτήσεις ξεπερνούν τις 100 και η συνολική ισχύ φτάνει περίπου τα 1.500 MW.

Βασική προϋπόθεση για να λειτουργήσουν οι νέες μονάδες είναι να εξασφαλιστεί επαρκής ποσότητα καύσιμης ύλης που θα τις τροφοδοτήσει. Οι επιλογές περιορίζονται στα ενεργειακά φυτά (αγριαγκινάρα, καλάμι κ.ά.), τα υπολείμματα ξυλείας, αγροτικών καλλιεργειών και ζωικής παραγωγής και τα οργανικά απορρίμματα.

Καλλιέργεια φυτών

Ηδη αρκετοί επενδυτές έχουν ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με αγρότες, προκειμένου να αρχίσουν την καλλιέργεια ενεργειακών φυτών -κυρίως αγριαγκινάρας- στα εδάφη τους. Η αγριαγκινάρα ή αλλιώς γαϊδουράγκαθο ενδείκνυται για παραγωγή βιομάζας, καθώς έχει σημαντική θερμογόνο αξία και μπορεί να αποδώσει 1,5-2 τόνους ανά στρέμμα. Θεωρείται εύκολη καλλιέργεια, δεν χρειάζεται πότισμα και ευδοκιμεί σε βραχώδη εδάφη σε όλη την Ελλάδα.

Αγρότες στην Καρδίτσα και τη Μαγνησία, όπου σχεδιάζονται να κατασκευαστούν νέα εργοστάσια, έχουν ήδη προχωρήσει στη σύναψη συμβολαίων με τους επενδυτές για να πωλούν την ποσότητα αγριαγκινάρας που παράγουν προς 70 ευρώ τον τόνο. «Η τιμή είναι και το βασικό κίνητρο για τους αγρότες και το ενδιαφέρον είναι μεγάλο σε όλη την Ελλάδα», σημειώνει ο επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Γεωπονίας Φυτικής Παραγωγής και Αγροτικού Περιβάλλοντος Νίκος Δαναλάτος.

Στη Μαγνησία, για παράδειγμα, θα δημιουργηθούν δύο μονάδες με ισχύ πέντε μεγαβάτ η καθεμία, οι οποίες χρειάζονται 70.000 τόνους βιομάζας σαν πρώτη ύλη. Η ποσότητα αυτή αντιστοιχεί σε 35.000 στρέμματα, δεδομένου ότι για την παραγωγή ενός μεγαβάτ απαιτούνται 3.500 στρέμματα αγριαγκινάρας.



Μόνο στη Θεσσαλία μπορούν να παραχθούν 54 MW ενέργειας από τον ερχόμενο Οκτώβριο, με την καλλιέργεια 190.000 στρεμμάτων, βάσει των νέων συμβολαίων που θα υπογραφούν με τους αγρότες της περιοχής. Μεγάλη αναπτυξιακή προοπτική δημιουργείται και στην Πρέβεζα, με την κατασκευή ενός εργοστασίου βιομάζας ισχύος 30 MW. «Λόγω της ευκολίας που παρουσιάζει η καλλιέργεια, μπορούν άνετα μέσα σε έναν χρόνο να φυτευθούν 200000 στρέμματα αγριαγκινάρας», επισημαίνει ο Ν. Δαναλάτος.

Ασύμφορη η εισαγωγή

Το ενδεχόμενο εισαγωγής βιομάζας από χώρες του εξωτερικού -αν και δεν αποκλείεται από το νέο σχετικό νομοσχέδιο του υπουργείου Περιβάλλοντος- φαίνεται μάλλον οικονομικά ασύμφορο για τους επενδυτές και επιπλέον καταλύεται η έννοια της πράσινης ενέργειας, επειδή είναι μεγάλο το ενεργειακό αποτύπωμα για τη μεταφορά από τη μία χώρα στην άλλη.

« Στην Ιταλία υπάρχει νομοθεσία που απαγορεύει τη μεταφορά βιομάζας σε απόσταση μεγαλύτερη των 60 χιλιομέτρων», εξηγεί ο Κώστας Νασίκας, οικονομολόγος και μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ελληνικής Εταιρείας Βιομάζας. «Σημαντικό είναι να μη χρησιμοποιηθεί ως πρώτη ύλη για καύση βιομάζας η ξυλεία που προορίζεται για βιομηχανική χρήση, παρά μόνο τα υπολείμματα αυτής. Διαφορετικά, η κατάσταση θα γυρίσει μπούμερανγκ στην οικονομία».

Στην Ευρώπη, η βιομάζα κατέχει εξέχουσα θέση στην παραγωγή ενέργειας ως ανανεώσιμη πηγή, ενώ η ραγδαία αύξηση παρατηρείται τα τελευταία 5 χρόνια. Στη Γηραιά Ηπειρο, το 2004 διακινούνταν 10.000 τόνοι βιομάζας, ενώ το 2010 η ποσότητα αυτή ξεπέρασε τους 500.000 τόνους.

Τι θα γίνει, όμως, αν η πλειοψηφία των αγροτών στραφεί αυτή τη φορά στις ενεργειακές καλλιέργειες υπερκαλύπτοντας τις ανάγκες της χώρας, όπως έγινε με τα φωτοβολταϊκά; Αν και το σενάριο δεν αφορά το άμεσο μέλλον, τη λύση φαίνεται πως θα δώσουν οι εξαγωγές, για τις οποίες έχει ήδη εκδηλωθεί μεγάλο ενδιαφέρον.

Η αναξιοποίητη δύναμη των pellets



Μεγάλη κινητικότητα παρατηρείται στη δημιουργία μικρών τοπικών μονάδων με ισχύ κάτω από ένα MW για παραγωγή pellets, δηλαδή στερεών καυσίμων από ξύλο. Τέτοιες μονάδες ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια σε αγροτικές περιοχές της χώρας, όπως στη Σκύδρα, την Αριδαία, την Κόνιτσα, προκειμένου να τροφοδοτήσουν οικιακές σόμπες και λέβητες. Το κατʼ εξοχήν «πράσινο» αυτό υλικό δεν χρησιμοποιείται σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Σαλαμίνα, λόγω ενός αναχρονιστικού νόμου του 1993, παρότι στην Ευρώπη κερδίζει συνεχώς έδαφος.
-------------------------------------
Πηγή: real.gr-ΤΗΣ ΕΦΗΣ ΛΑΣΚΑ
-------------------------------------