Νέα στέγη για την Ράλλειο Σχολή Θηλέων από σήμερα. Οχτώ χρόνια μετά, ένα από τα πιο ιστορικά σχολεία του Πειραιά, μεταφέρθηκε στο καινούριο κτήριο επί των οδών Πειραιώς και Επονιτών.
Ερώτηση για το πότε θα περατωθούν οι εργασίες για την ανέγερση του νέου σχολικού συγκροτήματος, είχε καταθέσει στους Υπουργούς Πολιτισμού, Παιδείας & Θρησκευμάτων, Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας &Τουρισμού πριν από περίπου ένα χρόνο, ο Βουλευτής της ΝΔ Α΄ Πειραιώς και Νήσων Κώστας Κατσαφάδος.
Ερώτηση για το πότε θα περατωθούν οι εργασίες για την ανέγερση του νέου σχολικού συγκροτήματος, είχε καταθέσει στους Υπουργούς Πολιτισμού, Παιδείας & Θρησκευμάτων, Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας &Τουρισμού πριν από περίπου ένα χρόνο, ο Βουλευτής της ΝΔ Α΄ Πειραιώς και Νήσων Κώστας Κατσαφάδος.
Στην ερώτησή του ο Βουλευτής, είχε επισημάνει ότι οι εργασίες για την ανέγερση του νέου σχολικού συγκροτήματος έπρεπε να είχαν περατωθεί από τον Ιούνιο του 2011, ωστόσο εξαιτίας συνεχών διακοπών, η Σχολή παρέμενε ημιτελής, γεγονός που προκαλούσε ανησυχία για τα κονδύλια που είχαν διατεθεί γι αυτόν τον σκοπό.
Ο κ. Κατσαφάδος είχε υπογραμμίσει, ότι τα τελευταία 8 χρόνια, το Γυμνάσιο και το Λύκειο της Ραλλείου στεγάζονται χωριστά σε 2 πολυκατοικίες κατασκευής 1970 στο κέντρο του Πειραιά με μικρές αίθουσες διδασκαλίας, χωρίς αυλή και χωρίς αθλητικούς χώρους, με μίσθωση ύψους 30.000€ το μήνα.
Η ερώτηση του κ. Κατσαφάδου είχε ως εξής:
«Κύριε Υπουργέ,
Η Ράλλειος Σχολή είναι ένα από τα πιο παλιά και ιστορικά σχολεία της χώρας, καθώς η ίδρυσή της χρονολογείται στα μέσα του 19ου αιώνα. Το σχολείο αρχικά στεγαζόταν σε κτήριο στην πλατεία Κοραή, το οποίο επί δικτατορίας κατεδαφίστηκε, αλλά ποτέ δεν αποπερατώθηκε. Το 2008, μετά από πολύχρονους δικαστικούς αγώνες, ξεκίνησε η κατασκευή νέου διδακτηρίου.
Αρχικώς, οι εργασίες έπρεπε να έχουν περατωθεί τον Ιούνιο του 2011, πράγμα που δεν έγινε διότι διακόπηκαν για να αρχίσουν, ξανά, τον Μάιο του 2014, αλλά σταμάτησαν εκ νέου τον περασμένο Νοέμβριο, λόγω οικονομικής διαφωνίας του αναδόχου με τον ΟΣΚ και ενώ έχει ολοκληρωθεί περίπου το 50% του έργου.
Η παρατεταμένη διακοπή των έργων έχει προκαλέσει εύλογη ανησυχία, καθώς υπάρχει κίνδυνος να χαθούν οριστικά τα διαθέσιμα κονδύλια.