Το μεγαλύτερο μέρος της εγχώριας παραγωγής επιτραπέζιων, που καταναλώνονται στην ελληνική αγορά, εξακολουθεί να διατίθεται σε χύμα μορφή, ενώ τα υψηλά λειτουργικά έξοδα των επιχειρήσεων τυποποίησης και εμπορίας επιτραπέζιων ελιών τους οδήγησαν τα τελευταία δύο χρόνια σε ζημιογόνα αποτελέσματα.
Αυτά αποτελούν τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης για τον κλάδο της επιτραπέζιας ελιάς, που εκπόνησε η διεύθυνση οικονομικών μελετών της ICAP, στην οποία επισημαίνεται πως, η εγχώρια παραγωγή επιτραπέζιων ελιών υπερκαλύπτει κάθε χρόνο την εσωτερική ζήτηση και μεγάλες ποσότητες του προϊόντος διατίθενται στις αγορές του εξωτερικού.
Το μέγεθος του προϊόντος παρουσιάζει ετήσιες διακυμάνσεις, καθώς σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται από τις επικρατούσες στις ελαιοπαραγωγικές περιοχές καιρικές συνθήκες.
Χαρακτηριστικό της παραγωγής είναι η κυκλικότητά της, με εναλλαγές μεταξύ «καλών» και «κακών» ελαιοκομικών ετών. Τα τελευταία δύο χρόνια παρατηρείται αύξηση τόσο της παραγωγής, όσο και της εγχώριας κατανάλωσης επιτραπέζιων ελιών.
Στον κλάδο δραστηριοποιείται μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων, οι περισσότερες των οποίων αναπτύσσουν έντονη εξαγωγική δραστηριότητα, καθώς μεγάλος μέρος των προϊόντων τους διατίθενται, χύμα ή τυποποιημένα, στο εξωτερικό.
Όμως, αντιμετωπίζουν έντονο ανταγωνισμό από τις ελιές άλλων ελαιοπαραγωγικών ευρωπαϊκών χωρών, οι περισσότερες των οποίων διαθέτουν ισχυρά εμπορικά σήματα και έχουν αποσπάσει σημαντικά μερίδια αγοράς. Παράλληλα, έντονος είναι ο ανταγωνισμός που δέχονται οι ελληνικές ελιές από τρίτες, κυρίως μεσογειακές ελαιοπαραγωγικές χώρες, οι οποίες διαθέτουν τα προϊόντα τους σε χαμηλότερες των ελληνικών τιμές.
Από τη χρηματοοικονομική ανάλυση αντιπροσωπευτικού δείγματος 29 επιχειρήσεων εμπορίας επιτραπέζιων ελιών, που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της μελέτης της ΙCAP, προέκυψε ότι τη διετία 2009-2010 οι πωλήσεις των εν λόγω επιχειρήσεων αυξήθηκαν κατά 7,2%, όπως επίσης και κατά 6,8% αυξήθηκε το μεικτό τους κέρδος, αλλά λόγω υψηλών λειτουργικών εξόδων το συνολικό λειτουργικό αποτέλεσμα των επιχειρήσεων του δείγματος ήταν αρνητικό και για τα δύο χρόνια και το τελικό καθαρό αποτέλεσμα ζημιογόνο.
--------------------
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
--------------------