Τετάρτη 25 Μαρτίου 2015

ΕΝΑ ΑΓΓΙΓΜΑ......

Μετά από 30 χρόνια ξαναβρίσκεται η Έλλη στη Χώρα, ανήμερα 25 του Μάρτη. 
Δεκαοχτάχρονη κοπελούδα την άρπαξε η ξενιτιά, μόλις που ξεσχόλησε. Μη χάσει την "καλή τύχη", μη παρακούσει το θέλημα των γονιών της. 
Ξεριζώθηκε απ' το νησάκι και την αγκαλιά του σπιτιού της και της ξερίζωσαν μέσα απ' την καρδιά το όνειρο της για σπουδές και μόρφωση. 
Κόπηκε μα σαν σεμπρεβίβα ποτέ δεν ξεράθηκε η αίσθηση από τ' άγγιγμα του χεριού και της ματιάς του Νάσου στο δικό της χέρι και στα μάτια της.

Ήταν στις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου που τα λεωφορεία απ' όλα τα χωριά φέρανε απόγευμα τους μαθητές στη Χώρα. Έκαναν χέρι χέρι αλυσίδα, τιμητική φρουρά απ' τον Εσταυρωμένο στο νεκροταφείο, κατευόδιο του καθηγητή τους, που αιφνίδια πέταξε πάνω απ' το αγαπημένο του Γυμνάσιο και το Κάστρο στα ουράνια. Έλαχε και το χέρι της Έλλης πιάστηκε απ' την πλατιά παλάμη του Νάσου, δυο τάξεις μεγαλύτερου και πρώτου σε καλοσύνη και μαθήματα.


Ένα άγγιγμα που ακόμα ζει. Ένα άγγιγμα που διοχέτευσε τρυφερότητα απ' το 'να χέρι στ' άλλο και πρωτόγνωρα σκιρτήματα. Που στο κατηφορικό μονοπάτι έγινε κράτημα και σιγουριά. Δειλά σμίγανε και τα μάτια. Στα κατοπινά χρόνια μέχρι να ξεσχολήσει, ο Νάσος πάντα κάτι έκρυβε στο βλέμμα του για την Έλλη, που μεγάλωνε μέσα της, πλημμύριζε και ξεχείλιζε σαν ελπίδα κι όνειρο.

Πριν τόσα χρόνια.... μα πώς να ξεχάσει την τελευταία χρονιά του Νάσου. Σημαιοφόρος, υποψήφιος φοιτητής, μα πάνω απ' όλα αυτός που ξεχώρισε από παιδούλα. Είχε βάλει τα δυνατά της, να 'ναι πρώτη στην τάξη της και παραστάτης δίπλα του, στα ατέλειωτα πήγαινε έλα στο Μπελβεντέρη για τις πρόβες και μετά στην παρέλαση.

Από την ξενιτιά δεν έχει παράπονο. Δεύτερη μάνα η Αυστραλία. Βοήθησε τον άντρα της, πρόκοψαν και τα παιδιά τα 'χουν κι όλας σπουδασμένα και ταχτοποιημένα. Με καλά τα οικονομικά και χωρίς υποχρεώσεις, τη μάνα να περιμένει πάντα στο ανακαινισμένο πατρικό, δεν το 'χει μετανιώσει που σεβάστηκε των γονιών το θέλημα.

Μα σήμερα πώς να φυλακίσεις το νου να μη τρέχει στα παλιά, να μη κάνει συγκρίσεις;
Με σπαλέτα τότε όσες κοπελιές είχαν και οι άλλες με άσπρη μπλούζα και μπλε φούστα. Τα αγόρια με κουστούμι και γραβάτα.
Μ' άσπρα γάντια ο Νάσος για να κρατά τη σημαία.

Η ημέρα άρχιζε με την φωτογράφηση στη σκάλα, των τάξεων με τους καθηγητές τους. Μετά η δοξολογία στον Εσταυρωμένο με τον Δεσπότη και η παρέλαση. Λίγο πριν από την καμάρα θυμάται που του ψιθύρισε. " Μη ξεχάσεις να χαμηλώσεις τη σημαία" και το κοντάρι εκείνο ήταν πανύψηλο, διπλό σχεδόν απ' το σημερινό.

Το σχολείο τότε ενιαίο Γυμνάσιο, τώρα δύο, Γυμνάσιο και Λύκειο, με ξεχωριστές σημαίες, που μπορούν να τις κρατούν και κορίτσια, ενώ τότε μόνο αγόρια. Απουσιάζει πια η οικοκυρική σχολή Μυλοποτάμου, μα υπάρχει νηπιαγωγείο.

Τα κορίτσια του δημοτικού σχολείου με σπαλέτα και τ' αγόρια βρακοφόρα, χορεύουν θαυμάσια κι κλέβουν την παράσταση. Καρπίζουν φαίνεται οι τρίχρονες προσπάθειες του γυμναστή τους που διδάσκει, όπως είπαν στην Έλλη, όλα τα δημοτικά του νησιού. Η ανταμοιβή του μια, οι μαθητές του θα θυμούνται πάντα τ' όνομά του, όπως κι εκείνη δεν ξέχασε του δικού της.

Χόρεψαν τότε τα κορίτσια του Γυμνασίου και τ' αγόρια της έκτης τάξης, του Νάσου, που είχαν βρει τσολιάδικα. Και τώρα φορούν σπαλέτα, όσες κοπέλες έχουν. Οι στολές τους σίγουρα είναι οι ίδιες από τότε, η γενιά άλλαξε. Τα υπόλοιπα κορίτσια ομοιόμορφα ντυμένα, με γραβάτα μάλιστα. Τα αγόρια κι αυτά με στολές. Τα μπόγια ανεβασμένα και οι καφέ πλέον φούστες κι αυτές, το ίδιο και τα τακούνια. Τον Λυκειάρχη, την Γυμνασιάρχη που εκφωνεί τον λόγο και δύο ακόμα καθηγητές η Έλλη τους θυμάται στις μαθητικές φάλαγγες τότε.

Η πλατεία της χώρας παραμένει ίδια σχεδόν, μα οι παρουσίες πιο λαμπρές. Πηλίκια αξιωματικών, γαλόνια και λόγχες ναυτών τιμητικά στο ηρώο, μιας και στο νησί υπάρχει πια εκτός από το ΤΑΚΑΝ της αεροπορίας και μονάδα του ναυτικού. Μα και η Φιλαρμονική του Ποταμού που από τότε παιάνιζε, τώρα φαντάζει πιο επίσημη, οι στολές αστραφτερές, η παράταξη επιβλητική, ο ήχος ώριμος. Στις γραμμές της αρκετοί από τότε, πάντα νέοι... αν όχι νεαροί. Το βλέμμα του Μαέστρου ίδιο σπινθηροβόλο και το κορμί του άκαμπτο.

Άλλαξε η φορά της παρέλασης γύρω από την πλατεία μιας και μετατέθηκε η θέση των επισήμων από τη σκάλα της Εθνικής Τράπεζας στα σκαλιά της πλατείας, ενώ η κεφαλή δεν έπαψε να στρέφεται δεξιά. Δείκτες για τον διμοιρίτη τρεις ναύτες με τα όπλα τους. Αλλαγές και στους επίσημους. Ένας Δήμαρχος για όλο το νησί, νέος Δεσπότης, ελπίδες για πρόοδο, για άλλη εποχή.

Τελειώνει η παρέλαση, αδειάζει η πλατεία, ρίχνει τελευταία ματιά η Έλλη και ριγεί Απόμεινε μονάχη η έδρα που εκφωνήθηκαν οι λόγοι... μια από τις έξι εκείνες... μια από κάποια τάξη... ποιος ξέρει ποιας;
Μα τι πειράζει, έτσι είναι σαν όλες μαζί.
Πλησιάζει να την δει από κοντά. Να χαϊδέψει τις βαθιές χαρακιές του χρόνου που από τότε είχε το ξύλο της. Να φιλήσει το χέρι της αν είναι δυνατόν, με σεβασμό και συγκίνηση.

-Συγνώμη... μια στιγμή... να βγάλω φωτογραφία.

Γυρίζει η Έλλη στη ζεστή φωνή. Κάποιος σχεδόν γονατιστός σκοπεύει με φωτογραφική μηχανή την έδρα. Την "δική της". Σάστισε. "Κι άλλος την πρόσεξε". Παραμερίζει μηχανικά.

-Σας ευχαριστώ πολύ. Ξανακούγεται και κατεβαίνει η μηχανή.

Ναι! Δεν έχει πέσει έξω κι ας γκριζάριζαν οι κρόταφοι. Αυτός είναι!

-Νάσο... πόσα χρόνια...
-Έλλη... εσύ; Απίστευτο...θυμάσαι...

Δένουν τα χέρια σε χαιρετισμό.

Ένα άγγιγμα ...όλο συγκατάβαση.
-------------------------------
Κοσμάς Μεγαλοκονόμος
-------------------------------