Η Ελλάδα είναι ελλειμματική στην παραγωγή μελιού. Επίσης η χώρα μας έχει τη μεγαλύτερη κατά κεφαλή κατανάλωση μελιού του κόσμου. Όπως ανέφερε στον ΑγροΤύπο ο κ. Πασχάλης Χαριζάνης, Καθηγητής Τμήματος Επιστήμης Φυτικής Παραγωγής του ΓΠΑ, «ενώ στις ΗΠΑ η κατά κεφαλή κατανάλωση μελιού ανέρχεται σε 400 γραμμάρια ετησίως, στη χώρα μας είναι 1.300 γραμμάρια.
Το πρόβλημα όμως είναι οι «ελληνοποιήσεις». Μάλιστα οι ελληνοποιήσεις που γίνονται στο βασιλικό πολτό φέρνουν τεράστια κέρδη». Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΥπΑΑΤ, το 2012 στην Ελλάδα έχουμε 1.600.000 μελίσσια, με πυκνότητα 12,4 μελίσσια ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο. Η χώρα μας έχει την πιο πυκνοκατοικημένη μελισσοκομία στην ΕΕ.
Έχουμε περίπου 2.500 μονάδες που παράγουν κατά μέσο όρο 15.000 τόνους μελιού. Τα στοιχεία του ΥπΑΑΤ δείχνουν ότι στην Ελλάδα ασχολούνται με τη μελισσοκομία 19.000 άτομα. Αν και στο εξωτερικό υπάρχει μείωση των μελισσιών στη χώρα μας από το 2001 παρουσιάζεται κάθε χρόνο αύξηση.
Τα στοιχεία του FAO, έδειξαν ότι το 2010 παράγαμε 14.500 τόνους μελιού, η χώρα μας έκανε εισαγωγές 1.970 τόνους και εξαγωγές 850 τόνους, ενώ η μέση τιμή παραγωγού ήταν 6 ευρώ το κιλό. «Όμως όλο το μέλι που εισήχθηκε «χάθηκε» στην ελληνική αγορά. Πουθενά δεν πωλείται στη χώρα μας εισαγόμενο μέλι», επισήμανε ο κ. Χαριζάνης.
Όμως και η πυκνότητα των μελισσιών στη χώρα μας είναι από τις μεγαλύτερες στον κόσμο. Όπως ανέφερε ο κ. Χαριζάνης, κατά την παρουσία του στην εκδήλωση «Σύγχρονες επιχειρηματικές δυνατότητες στον αγροτικό τομέα», που πραγματοποιήθηκε στο ΓΠΑ, στις 16 και 17 Φεβρουαρίου 2013 «στις ΗΠΑ έχουν 0,4 μελίσσια ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο.
Για αυτό εκεί έχουν μεγάλο πρόβλημα επικονίασης με αποτέλεσμα να «νοικιάζουν» τις κυψέλες πληρώνοντας τους παραγωγούς με 140 δολάρια για να τις μεταφέρουν στις καλλιέργειές τους». Στη χώρα μας το μεγαλύτερο ποσοστό μελιού (65%) παράγεται από μελιτώματα (έλατο και πεύκο) που δεν ζαχαρώνει. Οι συσκευαστές προτιμούν αυτά τα μέλια στα μίγματα που συσκευάζουν».
Όσον αφορά το βασιλικό πολτό, η χώρα μας παράγει περίπου 600 κιλά ετησίως, ενώ όπως υποστήριξε ο κ. Χαριζάνης, «στην ελληνική αγορά διακινούνται τουλάχιστον 15 τόνοι με την ένδειξη ότι είναι ελληνικής παραγωγής». Η νοθεία είναι τεράστια αφού οι τιμές είναι 2.000 – 3.000 το κιλό, ενώ οι έμποροι τον αγοράζουν από την Κίνα με 70 ευρώ το κιλό. «Καταλαβαίνεται ότι υπάρχουν μεγάλα περιθώρια κέρδους και το κράτος θα πρέπει να έχει την πολιτική βούληση για να την αντιμετωπίσει», επισήμανε ο κ. Χαριζάνης.
Πάντως πολλοί νέοι στη χώρα μας ενδιαφέρονται να ασχοληθούν με τη μελισσοκομία. Όπως προτείνει ο κ. Χαριζάνης «για να γίνει κάποιος σωστός μελισσοκόμος και να αρχίσει να παράγει μέλι, θα πρέπει να περάσουν περίπου 5 χρόνια.
Ο κλάδος της μελισσοκομίας δεν έχει καμιά επιδότηση. Ένας νέος που θα θέλει να ασχοληθεί με τη μελισσοκομία θα πρέπει να ξεκινήσει με 2 – 3 μελίσσια για αρχή και να προσπαθεί να βγάλει όσο το δυνατόν περισσότερα κιλά μελιού. Η παραγωγή παραφυάδων και βασιλισσών φέρνει μεγάλα κέρδη στον μελισσοκόμο.
Επίσης η μικρή συσκευασία έχει μεγαλύτερη τιμή σε σχέση με τη μεγάλη αλλά και είναι πιο «δημοφιλής» στην αγορά. Ένα μεγάλο πρόβλημα στην Ελλάδα είναι το κόστος μεταφοράς των κυψελών από τις υψηλές τιμές πετρελαίου και διοδίων. Πάντως αν κάποιος θέλει να ασχοληθεί με τη μελισσοκομία καλύτερα να την ξεκινήσει σαν συμπληρωματική απασχόληση και σταδιακά να αυξάνει την παραγωγή του».
--------------------------------
Πηγή: agrotypos.gr
--------------------------------
Το πρόβλημα όμως είναι οι «ελληνοποιήσεις». Μάλιστα οι ελληνοποιήσεις που γίνονται στο βασιλικό πολτό φέρνουν τεράστια κέρδη». Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΥπΑΑΤ, το 2012 στην Ελλάδα έχουμε 1.600.000 μελίσσια, με πυκνότητα 12,4 μελίσσια ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο. Η χώρα μας έχει την πιο πυκνοκατοικημένη μελισσοκομία στην ΕΕ.
Έχουμε περίπου 2.500 μονάδες που παράγουν κατά μέσο όρο 15.000 τόνους μελιού. Τα στοιχεία του ΥπΑΑΤ δείχνουν ότι στην Ελλάδα ασχολούνται με τη μελισσοκομία 19.000 άτομα. Αν και στο εξωτερικό υπάρχει μείωση των μελισσιών στη χώρα μας από το 2001 παρουσιάζεται κάθε χρόνο αύξηση.
Τα στοιχεία του FAO, έδειξαν ότι το 2010 παράγαμε 14.500 τόνους μελιού, η χώρα μας έκανε εισαγωγές 1.970 τόνους και εξαγωγές 850 τόνους, ενώ η μέση τιμή παραγωγού ήταν 6 ευρώ το κιλό. «Όμως όλο το μέλι που εισήχθηκε «χάθηκε» στην ελληνική αγορά. Πουθενά δεν πωλείται στη χώρα μας εισαγόμενο μέλι», επισήμανε ο κ. Χαριζάνης.
Όμως και η πυκνότητα των μελισσιών στη χώρα μας είναι από τις μεγαλύτερες στον κόσμο. Όπως ανέφερε ο κ. Χαριζάνης, κατά την παρουσία του στην εκδήλωση «Σύγχρονες επιχειρηματικές δυνατότητες στον αγροτικό τομέα», που πραγματοποιήθηκε στο ΓΠΑ, στις 16 και 17 Φεβρουαρίου 2013 «στις ΗΠΑ έχουν 0,4 μελίσσια ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο.
Για αυτό εκεί έχουν μεγάλο πρόβλημα επικονίασης με αποτέλεσμα να «νοικιάζουν» τις κυψέλες πληρώνοντας τους παραγωγούς με 140 δολάρια για να τις μεταφέρουν στις καλλιέργειές τους». Στη χώρα μας το μεγαλύτερο ποσοστό μελιού (65%) παράγεται από μελιτώματα (έλατο και πεύκο) που δεν ζαχαρώνει. Οι συσκευαστές προτιμούν αυτά τα μέλια στα μίγματα που συσκευάζουν».
Όσον αφορά το βασιλικό πολτό, η χώρα μας παράγει περίπου 600 κιλά ετησίως, ενώ όπως υποστήριξε ο κ. Χαριζάνης, «στην ελληνική αγορά διακινούνται τουλάχιστον 15 τόνοι με την ένδειξη ότι είναι ελληνικής παραγωγής». Η νοθεία είναι τεράστια αφού οι τιμές είναι 2.000 – 3.000 το κιλό, ενώ οι έμποροι τον αγοράζουν από την Κίνα με 70 ευρώ το κιλό. «Καταλαβαίνεται ότι υπάρχουν μεγάλα περιθώρια κέρδους και το κράτος θα πρέπει να έχει την πολιτική βούληση για να την αντιμετωπίσει», επισήμανε ο κ. Χαριζάνης.
Πάντως πολλοί νέοι στη χώρα μας ενδιαφέρονται να ασχοληθούν με τη μελισσοκομία. Όπως προτείνει ο κ. Χαριζάνης «για να γίνει κάποιος σωστός μελισσοκόμος και να αρχίσει να παράγει μέλι, θα πρέπει να περάσουν περίπου 5 χρόνια.
Ο κλάδος της μελισσοκομίας δεν έχει καμιά επιδότηση. Ένας νέος που θα θέλει να ασχοληθεί με τη μελισσοκομία θα πρέπει να ξεκινήσει με 2 – 3 μελίσσια για αρχή και να προσπαθεί να βγάλει όσο το δυνατόν περισσότερα κιλά μελιού. Η παραγωγή παραφυάδων και βασιλισσών φέρνει μεγάλα κέρδη στον μελισσοκόμο.
Επίσης η μικρή συσκευασία έχει μεγαλύτερη τιμή σε σχέση με τη μεγάλη αλλά και είναι πιο «δημοφιλής» στην αγορά. Ένα μεγάλο πρόβλημα στην Ελλάδα είναι το κόστος μεταφοράς των κυψελών από τις υψηλές τιμές πετρελαίου και διοδίων. Πάντως αν κάποιος θέλει να ασχοληθεί με τη μελισσοκομία καλύτερα να την ξεκινήσει σαν συμπληρωματική απασχόληση και σταδιακά να αυξάνει την παραγωγή του».
--------------------------------
Πηγή: agrotypos.gr
--------------------------------