Παρασκευή 1 Αυγούστου 2014

Γιατί Πατέρα μου γιατί;;;



Καλημέρα, καλό μήνα να έχεις!

Δεν θέλω να σε ξεσηκώσω από το καλοκαιρινό σου πρόγραμμα, ούτε να σε κουράσω! Είναι εποχή διακοπών και ξεκούρασης, έννοιες πολύ ιερές όχι πλέον δεδομένες στη σημερινή εποχή της αβεβαιότητας.


Θέλω αν δεν σου κάνει κόπο βέβαια, να με ακολουθήσεις και μαζί να ανέβουμε στη δεύτερη ψηλότερη κορυφή του νησιού μας των Κυθήρων, όπου κάθε δειλινό μπορείς να δεις ένα απ τα ωραιότερα ηλιοβασιλέματα του κόσμου, να δεις τον ήλιο τον Ηλιάτορα του Ελύτη να ετοιμάζεται να πλατσουρίσει --σα να θέλει να δροσιστεί από το ίδιο του το κάμα-- ανάμεσα σε δύο πελάγη, το Ιόνιο και το Κρητικό. Κι όταν ο καιρός δεν το επιτρέπει, να νιώθεις ότι έχει “ψηλώσει” τόσο πολύ αυτό το βουνό, που παίζεις μες στα σύννεφα.  


Θα θελα, αφού απολαύσουμε πρώτα αυτές τις υπέροχες στιγμές της πλάσης, να κλείσουμε τα μάτια και να μεταφερθούμε σε μιαν άλλη εποχή, να πάμε πίσω, πολύ πίσω, σε μια εποχή τόσο παλαιά όπου –για να φανταστείς- δεν έχουν ακόμα γεννηθεί οι προπάπποι των προ-προ-προ-παππούδων μας!

 -πόσο παλιά;

-1639 χρόνια! 

Ναι! Τόσο παλιά! Θα σε πάω στο έτος 375 μ.Χ. Σ αυτό το έτος το νησί μας βιώνει μία από τις 7-8 μεγάλες ερημώσεις της ιστορίας του. Δεν υπάρχουν ούτε δρόμοι, ούτε σπίτια, παρά άγρια θηρία και κανένας ξέμπαρκος πειρατής. Ίσως και κανένας ανώνυμος ασκητής…



Δεν υπάρχει ούτε αυτή η μεγάλη ολόλευκη εκκλησία, -που στέκει υπερήφανα σ αυτό εδώ τον τόπο- και σήμερα φοράει τα γιορτινά της σημαιοστολισμένη, με πλατιές σημαίες και τρίγωνα σημαιάκια που “χορεύουν” λες πανηγυρικά απ τον αέρα που έρχεται από γνώριμα πελάγη...

Ούτε υπάρχουν αυτοί οι τόσοι προσκυνητές που ήρθαν να ανάψουν ένα κερί στη Χάρι μιας τοπικής Αγίας μιας Αγωνίστριας της Πίστης, της Ελευθερίας και της Αγάπης!


Δεν υπάρχει τίποτα… εμείς οι δύο μόνο μονάχοι μας…

Κοιτάμε τα χρώματα της θάλασσας δεν χορταίνουμε, περνάει κάμποση ώρα, και τότε σου δείχνω βορειοδυτικά, βλέπεις την Πελοπόννησο και πιο κοντά ένα μικρό καΐκι εκείνης της εποχής, μόλις να προβάλει στον Μανιάτικο ορίζοντα…  


Πάνω στη κορυφή το βλέπουμε να δένει κοντά στους πρόποδες του βουνού, σε ένα φυσικό λιμανάκι. Δεν μπορούμε να διακρίνουμε πρόσωπα μόνο φιγούρες κι αυτές όχι καλά. Μην ξεχνάς πως είμαστε σε υψόμετρο 476 μέτρων!

Αφού έχουν πάρει το δρόμο για την ενδοχώρα, παρατηρούμε πως συμβαίνει!

Υπάρχει μια ταραχή! Μπορεί να είμαστε πολύ μακριά αλλά νιώθουμε και οι δυο πως κάτι κακό έχει συμβεί εκεί κάτω.. Μου λες πως ένα άτομο σα να είναι ξαπλωμένο και οι υπόλοιποι από πάνω του!

Περνάν λίγα λεπτά χωρίς να υπάρχει κίνηση, αλλά μπορούμε να διακρίνουμε και οι δύο, έντονη αγωνία…



Ξαφνικά το ξαπλωμένο άτομο σηκώνεται! Κι απ της κινήσεις όλων των παριστάμενων καταλαβαίνουμε πως εκφράζονται συναισθήματα χαράς, ευχαριστίας και ευγνωμοσύνης!


Κι ενώ συνεχίζουν τον δρόμο  τους, μου δείχνεις στο πέλαγο ένα ακόμα καΐκι να έχει πλησιάσει αρκετά! Ετοιμάζεται να αποβιβάσει τους ταξιδιώτες του. Τρία άτομα απ το πρώτο καΐκι αρχίζουν να επιταχύνουν το βάδισμά τους, σα να θέλουν να μη τα προλάβουν!

Είναι γυναίκες! διακρίνονται τώρα καθαρά!

Όχι γυναίκες! τρείς νέες κοπέλες, κορίτσια θα έλεγα, είναι δεν είναι 20 χρονών! Υπάρχει μια αγωνία στο βλέμμα τους! Κοιτάνε πίσω κάθε τόσο για να δουν που βρίσκεται ένας άνδρας συγκεκριμένος που κατέβασε το δεύτερο πλοιάριο και τις κυνηγάει!


Σκορπίσανε οι τρείς τους! Μια τραβάει προς την κορυφή που βρισκόμαστε!

Αυτή κυνηγάει εκείνος ο μυστήριος άνδρας ο οποίος ενώ δεν διακρίνουμε ούτε εγώ ούτε εσύ τα χαρακτηριστικά του προσώπου του, απ τις κινήσεις του και απ το τρέξιμό του, καταλαβαίνουμε πως έχει μεγάλη οργή, θυμό και κάθε του βήμα είναι ποιο αποφασιστικό απ το προηγούμενο, ενώ δείχνει να φωνάζει στην τρίτη κοπέλα η οποία προσπαθεί να σκαρφαλώσει προς την κορυφή!

  
Αδύνατον! Είναι σχεδόν γκρεμός και έχει πυκνή βλάστηση ο τόπος! Δρόμος άλλος δεν υπάρχει, να κάνει δεξιά; να κάνει αριστερά; Δεν μπορεί! Το μόνο που θα καταφέρει είναι να πέσει ποιο γρήγορα στα χέρια εκείνου που την κυνηγάει! Ξάφνου τη βλέπουμε να σηκώνει τα χέρια της στον ουρανό και –πραγματικά--δεν ξέρουμε αν φωνάζει ή αν ακούμε δυνατά τη προσευχή της να λέει: “σκίσε γη και κρύψε με”…


Και τότε ένας σεισμός, τραντάζει ολόκληρη την περιοχή! Νιώθουμε το Βουνό να θέλει να μετακινηθεί, σα να θέλει κι εκείνο μαζί με αυτό το μικρό κορίτσι να τρέξει, να σωθεί απ την φοβερή οργή εκείνου του μυστηριώδη άνδρα! Προς στιγμήν, αισθανόμαστε πως θα τσακιστούμε στο απότομο κενό, κι ενώ προσπαθούμε να γαντζωθούμε από κάπου, όλα σταματάνε! Γαλήνη επικρατεί και πάλι! Ο θόρυβος μερικών βράχων που πέφτουν στο γκρεμό μας αποσπά τη προσοχή!


Κοιτάμε πάλι κάτω να δούμε που είναι οι υπόλοιποι.

Βλέπουμε τον άνδρα εκείνο μόλις να έχει βρει την ισορροπία του και να προχωράει ποιό βιαστικά προς το κορίτσι, το οποίο μόλις μπήκε σε μια χαράδρα η οποία δεν υπήρχε προ ολίγου! Μόλις σχηματίστηκε απ αυτόν τον μεγάλο σεισμό!


Σε κοιτάζω και με κοιτάς, επαναλαμβάνουμε σχεδόν ταυτόχρονα αμέσως και οι δύο την τελευταία φράση της…

 “σκίσε γη και κρύψε με”…

Βιαστικά ανεβαίνει το κορίτσι τη χαράδρα, ποιο βιαστικά ο άνδρας εκείνος!!

Σχεδόν μπροστά μας την ζυγώνει! Λαχανιασμένος και με δάκρυα στα μάτια της φωνάζει.

 -Ελέσσα!!!!!! Γύρνα στο σπιτικό μας κόρη μου σε παρακαλώ μα τους θεούς!

-Προτιμώ, πατέρα, να κατοικώ με θηρία παρά με ασεβείς ει­δωλολάτρες. Προσκυνώ και πιστεύω τον αληθινό Τριαδικό Θεό!

Σα να πέρασε ηλεκτρικό ρεύμα το κορμί του, σα λιοντάρι πεινασμένο που μύρισε φρέσκο αίμα, έβγαλε το σπαθί του απ τη θήκη και ξεκίνησε να της επιτεθεί!

Τι σκηνές Θεέ μου ακολουθούν!!


Τον βλέπουμε κι οι δύο, να την πιάνει απ τα μαλλιά, να τη  σέρνει στα βράχια, να τη δέρνει και να τη βλαστημά!

Τι κάνεις εκεί ανισόρροπε;; δεν βλέπεις ότι είναι μικρό κορίτσι; Τι σου ζήτησε; Να πιστέψει ελεύθερα στο Θεό της Αγάπης στο Θεό που μυστικά πυρακτώνει τις καρδιές των ανθρώπων!

Κάνει να του ξεφύγει, Εκείνος πιάνει μια πέτρα τη πληγώνει στο πρόσωπο! Και τότε βλέπουμε σ εκείνα τα γαλήνια μάτια, το ποιο μεγάλο παράπονο, το ποιο μεγάλο γιατί!


Γιατί πατέρα μου; γιατί;

Τη πιάνει και τη κρεμνάει απ’ τα μαλλιά σ ένα δέντρο και τη χτυπάει! Το βλέμμα της ήσυχο, τα χείλη της σαν να προσεύχονται, σαν ν ευχαριστούνε τον Θεό και να του ζητάνε να την κρατήσει η Αγάπη Του δυνατή μέχρι τέλους!

Μετά από ώρα τη κατεβάζει κάτω και ενώ συνέρχεται κάνει να προσευχηθεί με το όνομα του Χριστού στα χείλη, που πρώτος αυτός έδειξε το δρόμο του μαρτυρίου.


Αυτό ήταν! Αυτή της η πράξη εξόργισε ακόμα περισσότερο αυτόν τον άσπλαχνο πατέρα! Πιάνει με το ένα χέρι το κεφάλι της κόρης  του και με το άλλο το σπαθί του και προχωράει στο ποιο βέβηλο έργο του, αυτό της παιδοκτονίας!

Έτσι η Ελέσσα πότισε με το αίμα της την Κυθηραϊκή γη, Ενώ η νεαρή της ψυχούλα της πέταξε για να συναντήσει τον Αγαπημένο της καρδιάς της!

Άνοιξε τα μάτια σου τώρα, κοίτα πόσος κόσμος τριγύρω περιμένει υπομονετικά κάτω απ τον ήλιο να προσκυνήσει και να αφήσει στα πόδια της Αγίας τις αιτήσεις του, Άλλος για ένα του πρόβλημα οικονομικό ή υγείας, άλλος για το παιδί του που είναι στη ξενιτιά, μια μάνα, μια σύζυγος,  ένα παιδί για να του δώσει φώτιση η Αγία στη ζωή του, κάποια κοπέλα για τον αγαπημένο της, όλα τα ακούει η Αγία, ξεχωριστά και ειδικά για τον καθένα!


Αυτή την Αγία ήρθαν να τιμήσουν σ αυτή τη κορφή που πριν 1639 χρόνια έχυσε το αίμα της, και τόσα χρόνια ακούει τις ικεσίες όλων μας! Μετά από 16 αιώνες μας φέρνει τόσο επίκαιρα μηνύματα!

Μηνύματα για την Αγάπη, και σου λέω Αγάπη γιατί ο Θεός για τον οποίον μαρτύρησε είναι η Αγάπη.


Για την Πίστη, -για τα πιστεύω  και τα ιδανικά- που ενώ σήμερα την εξοστρακίζουμε, κάποτε την ομολογούσαν μέχρι θανάτου.

Για την Ελευθερία! Όχι με την ανθρωποκεντρική κρυπτοευδαιμονική  σύγχρονη έννοια του όρου που θέλει τους ανθρώπους καλά «σκλαβο-ελεύθερους», με εμπαθή υποτροπιάζουσα “ελευθερία” αλλά με την μία και αληθινή Ελευθερία, που ειπώθηκε με ανοιχτές παλάμες επί Σταυρού κρεμάμενες  προ 2000 χρόνια.



Χρόνια πολλά Νησί μας

Χρόνια πολλά Ελέσσες μας!

Μεγαλυνάριο
Χαίροις ὦ Ἐλέσα νύμφη Χριστοῦ, Παρθενομαρτύρων, ἀκροθίνιον εὐκλεές· χαίροις Κυθήρων, ὡράϊσμα καὶ σκέπη, σεμνὴ Ὁσιομάρτυς, Ἀγγέλων σύσκηνε.
----------------------------
Τάκης Μαρσέλος 
----------------------------