Η βελτίωση του οικονομικού περιβάλλοντος, σε συνδυασμό με την
απομάκρυνση της αβεβαιότητας και τη μείωση του πολιτικού κινδύνου (καθώς
πλέον όλα τα μεγάλα κόμματα έχουν αποδεχθεί το πρόγραμμα), έχει
συμβάλει στο να ξεθωριάσουν και οι συζητήσεις - ανησυχίες περί Grexit,
στοιχείο που συντελεί αποφασιστικά στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης προς
την οικονομία και το τραπεζικό σύστημα.
Παράλληλα, απομακρύνεται και η ανησυχία για τον κίνδυνο «κουρέματος»
καταθέσεων – ίσως το μόνο μέτρο έσχατης ανάγκης που έχουμε αποφύγει τα
τελευταία χρόνια. Τραπεζικά στελέχη εκτιμούν ότι οι πιθανότητες ενός
τέτοιου σεναρίου είναι μικρές. Ακόμα και αν, τονίζουν, προκύψουν
σημαντικές κεφαλαιακές ανάγκες από το stress test, αυτές θα καλυφθούν με
άλλους τρόπους και όχι με bail in.
Με τη συντριπτική πλειονότητα των
λογαριασμών των ιδιωτών να βρίσκεται κάτω από το όριο της εγγύησης των
100.000 ευρώ, ένα «κούρεμα» καταθέσεων δεν θα είχε κανένα αποτέλεσμα.
«Κλειδί» για την επόμενη μέρα, και την αντιμετώπιση των μεγάλων
προκλήσεων που δοκιμάζουν τις τράπεζες, θα είναι η γενικότερη
πολιτικοοικονομική κατάσταση. Οι τράπεζες είναι απόλυτα συνυφασμένες με
την οικονομία και χωρίς ένα θετικό οικονομικό περιβάλλον είναι αδύνατο
να ακολουθήσουν θετική πορεία. Stress test, κόκκινα δάνεια, ρευστότητα,
νέες δανειοδοτήσεις, όλα απαιτούν ένα θετικό οικονομικό περιβάλλον.
Σε
ένα θετικό περιβάλλον μια τράπεζα εμφανίζει αύξηση καταθέσεων, που της
επιτρέπει να χορηγεί νέα δάνεια, τα οποία φέρνουν νέα έσοδα, τα οποία
δίνουν ευελιξία ώστε να αντιμετωπιστούν δραστικότερα παλαιότερα
προβλήματα (μη εξυπηρετούμενα δάνεια) και όλα αυτά οδηγούν σε υψηλότερο
επίπεδο συνολικά την οικονομία. Αντίθετα, σε ένα αρνητικό περιβάλλον οι
καταθέσεις μειώνονται, οι τράπεζες δεν μπορούν να δίνουν δάνεια, τα
κόκκινα δάνεια ενισχύονται προκαλώντας νέες ζημίες, πιέζοντας την
οικονομία προς ακόμα χαμηλότερα επίπεδα.
Το παράδειγμα του 2014 είναι χαρακτηριστικό. Οπως και τώρα, το 2014,
ύστερα από μια μακρά πτωτική πορεία, η οικονομία είχε σταθεροποιηθεί και
είχε αποκτήσει θετικό βηματισμό. Ωστόσο η ανατροπή της κυβέρνησης
Σαμαρά, εξαιτίας της αδυναμίας εκλογής Προέδρου Δημοκρατίας, η πολιτική
αβεβαιότητα, οι πρόωρες εκλογές και η περιπέτεια της «διαπραγμάτευσης»
του 2015 αναζωπύρωσαν τις πιέσεις στην οικονομία, τροφοδότησαν νέες
μαζικές εκροές καταθέσεων, μεγάλη αύξηση κόκκινων δανείων και εντέλει
νέα ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.
Αναλυτές επισημαίνουν ότι πλέον ο πολιτικός κίνδυνος μπορεί να έχει
μειωθεί καθώς κανένα από τα μεγάλα κόμματα δεν υπόσχεται ή επιδιώκει
επαναστατικές ανατροπές, ωστόσο δεν έχει μηδενιστεί.
Ενα οξυμένο
πολιτικό και κοινωνικό κλίμα, το φάσμα μιας μακράς προεκλογικής
περιόδου, το ενδεχόμενο διαδοχικών εκλογικών αναμετρήσεων κ.ά. θα
κρατούσαν στάσιμη την οικονομία σε χαμηλή πτήση, εκτροχιάζοντας την
προσπάθεια των τραπεζών για τη μείωση των κόκκινων δανείων, με κίνδυνο
στα τέλη του 2018 ή στα μέσα του 2019 η κρίση να επανέλθει με επίκεντρο
αυτή τη φορά τις τράπεζες και την ανάγκη νέας κεφαλαιακής τους
ενίσχυσης.
------------------------------------------------------------------
Πηγή: Καθημερινή-Γιάννης Παπαδογιάννης
-------------------------------------------------------------------