Στις έξι Αυγούστου η Εκκλησία εορτάζει το θείο γεγονός της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, που έγινε μερικές εβδομάδες πριν από το εκούσιο Πάθος και την ένδοξη Ανάσταση του Κυρίου.
Σύμφωνα με τους ιερούς Πατέρες της Εκκλησίας, ιδίως δε κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, η Μεταμόρφωση έγινε προς ενίσχυση των Μαθητών και στερέωση της πίστης των προς Αυτόν, αφού θα Τον έβλεπαν να υποβάλλεται σε φρικτά πάθη και να πεθαίνει επί του Σταυρού. Έτσι, τους διαφύλαξε από την απελπισία, διότι τα πάθη και ο θάνατός ήταν πράγματα ορατά και επώδυνα, ενώ τα αγαθά, που τους υποσχόταν, πράγματα ελπίδας. Αφού, λοιπόν, τα «άπαντα ... της φρικτής οικονομίας τελέσας θεοπρεπώς», παρέλαβε τους προκρίτους των Αποστόλων, Πέτρο, Ιωάννη και Ιάκωβο, και ανέβηκε μαζί τους στο όρος Θαβώρ, όπου «μυστικώς της Τριάδος τον τύπον υποδείκνυσι», σύμφωνα με τον υμνογράφο της εορτής.
Την ώρα εκείνη, όπως μαρτυρούν οι Ευαγγελιστές, το Πρόσωπό Του έγινε "έτερο", πιο λαμπερό από τον ήλιο, και τα ενδύματά του κατάλευκα σαν το φως. Ταυτόχρονα εμφανίστηκαν οι Προφήτες Μωυσής και Ηλίας, οι οποιοί και συνωμιλούσαν μαζί Του. Ο Απόστολος Πέτρος βιώνοντας το θείο αυτό γεγονός, απευθυνόμενος προς τον Ιησού του είπε: «Κύριε, καλόν εστιν ημάς ώδε είναι...». Και ενώ ακόμη ο Απόστολος μιλούσε στον Χριστό, τους κάλυψε φωτογενής νεφέλη. Επί του προκειμένου, ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς επισημαίνει ότι οι Μαθητές είχαν την αίσθηση ότι εισήλθαν σε φωτεινή νεφέλη, διότι ο Χριστός, λόγω της υπερβολικής λαμπρότητάς του, κατέστη αόρατος από τους οφθαλμούς των. Από αυτήν την νεφέλη, «ήχος...ανεπέμπετο, θεόκτυπος βεβαιών τό θαύμα, ο Πατήρ γάρ τών φώτων, Ούτός εστιν Υιός ο αγαπητός μου, τοίς Αποστόλοις ανεβόα, ού ακούετε», σημειώνει ο υμνογράφος. Οι δε μαθητές «τήν ακτίνα τού προσώπου .... μή φέροντες … εις γήν κατεβαρύνοντο». Στη συνέχεια, όταν ανασήκωσαν το κεφάλι τους, δεν είδαν κανέναν άλλο, παρά μόνο τον Ιησού, ο οποίος τους παρήγγειλε να μην αναφέρουν σε κανένα το θείο γεγονός, μέχρι που ο Ίδιος να αναστηθεί εκ των νεκρών.
Ο υμνογράφος της εορτής αναφέρει ότι ο Κύριος «εμφαίνων του αρχετύπου κάλλους την ευπρέπειαν και ταύτην ουχ ολόκληρον ... μήπως συν τη οράσει και το ζην απολέσωσιν, αλλ΄ ως ηδύνατο χωρείν». Η θέα του ακτίστου φωτός ήταν όντος πολύ δυνατή εμπειρία για τους Μαθητές. Οι ιεροί Πατέρες λέγουν ότι, όταν ο Θεός αποκαλύπτεται στον άνθρωπο ως φως, γνωρίζεται αγνώστως και θεάται αοράτως, υπεραισθητώς, υπερλογικώς και υπερνοητώς. Από αυτήν την αποκάλυψη ο άνθρωπος καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «ἔστι Θεός καί οἶον φῶς ἐστι, μᾶλλον δέ πηγή φωτός νοεροῦ τέ καί ἀΰλου». Μάλιστα, ο θεούμενος αντιλαμβάνεται το άκτιστο φως, όχι λόγω των φυσικών του προσόντων, αφού το θείο φως είναι «ὑπέρ τό φῶς» , αλλά γιατί ο Θεός «τόν Ἑαυτόν γινώσκει, ὁρᾶ καί νοεῖ διά τοῦ θεουμένου, ὅστις τή χάριτι ταύτη τοῦ αὐτοπτικοῦ Θείου φωτός ὁρᾶ ἐν Θεῶ διά τοῦ Θεοῦ τόν Θεόν». Ικάνωσε, λοιπόν, τους οφθαλούς των Αποστόλων να ιδούν το υπερχρόνιο και υπέρλαμπρο Θείο Του Φως, «ἵνα ὅταν» τον «ἴδωσι σταυρούμενον, τὸ μὲν πάθος νοήσωσιν ἑκούσιον». Έτσι, αποκαλύπτοντας στους Μαθητές Του την Δόξα της Θεότητός Του, τους επιβεβαίωσε ό,τι είχαν ήδη ομολογήσει προηγουμένως προς τον Ίδιον και παράλληλα ενδυνάμωσε την πίστη τους προς το Πρόσωπό Του.
Από τους Αγίους η Μεταμόρφωση του Κυρίου χαρακτηρίζεται ως η "ἐν δυνάμει" φανέρωση "του προ των αιώνων κεκαλυμμένου μυστηρίου", δηλαδή της Βασιλείας, της Δόξας, της Χάρης, του Φωτός του εν Τριάδι Θεού. Η Μεταμόρφωση είναι το μυστήριο της ογδόης ημέρας, δηλαδή του μέλλοντος αιώνος, που, όπως αναφέρει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, αυτός ο αιώνας διαφαίνεται μετά τη κατάπαυση της εξαήμερης δημιουργίας του κόσμου.
Ο Κύριος φανέρωσε τη Χάρη του μέσα από το πανάχραντο του Σώμα, δείχνοντας, έτσι, τη Δόξα της ανθρώπινης Του φύσης, και κατ’ επέκταση και της Εκκλησίας του, αφού, κατά τον Απόστολο Παύλο η Εκκλησία ταυτίζεται με το πανάγιο του Σώμα. Αυτο σημαίνει ότι οι πιστοί, που είναι μέλη αυτού του Κυριακού Σώματος, μετέχουν της θείας Χάριτος του Θεού. Τη δυνατότητα της μετοχής στη Δόξα του Σώματος του Κυρίου καταδεικνύει το γεγονός ότι, οι δύο Προφήτες εμφανίστηκαν περιβεβλημένοι με Δόξα, αλλά και το ότι, οι τρεις Μαθητές απέβησαν δέκτες των «βολίδων θεότητας».
Πρέπει δε να υπογραμμιστεί πως κατά την Μεταμόρφωσή Του ο Κύριος δεν προόδευσε κατά κάποιο τρόπο, δηλαδή δεν έλαβε περισσότερη Χάρη, αλλά την ώρα εκείνη αποκάλυψε στο μέτρο των δυνατοτήτων των Μαθητών Του την αΐδια και φυσική Του Δόξα. Επίσης, το Φως της Μεταμόρφωσης δεν είναι κτιστό, μάλιστα γινόμενο και απογινόμενο, όπως υποστήριζε ο ιερός Αυγουστίνος και οι συνεχιστές της φιλοσοφίας του. Είναι το αΐδιο, άδυτο και υπερκόσμιο Φως του Θεού, που ενοίκησε μόνιμα στον κόσμο κατά την ενσάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού την ημέρα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Αυτήν τη διαφορά υπογραμμίζουν οι Ευαγγελιστές, σημειώνοντας ότι έλαμψε «σαν ήλιος». Έτσι υπέδειξαν ότι το Φως της Μεταμόρφωσης είναι άλλο από το κτιστό φως του ήλιου. Το θείο φως είναι άκτιστο και υπερχρόνιο. Αυτό φαίνεται και από το γεγογός ότι οι Προφήτες, Μωυσής και Ηλίας, οι οποίοι έζησαν προ Χριστού, συλλαλούσαν μέσα σε αυτό το Φως με τον Ιησού Χριστό, στην παρουσία των Αποστόλων, «τά μέλλοντα συμβαίνειν» σε Αυτόν.
Η συζήτηση του Κυρίου με τους Προφήτες, για τα «μέλλοντα συμβαίνειν» σε Αυτόν, συνδέουν τα γεγονότα της Μεταμόρφωσης και της Σταύρωσης ουσιαστικά. Οι Άγιοι, μάς παραδίδουν ότι ο Σταυρός είναι η δόξα του Χριστού. «Ελήλυθεν η ώρα ίνα δοξασθή ο Υιός του ανθρώπου» (Ιωάν. ιβ, 23), μαρτυρεί ο ίδιος ο Κύριος. Η δε Εκκλησία δέχεται την αποκάλυψη της θείας Δόξας μόνο εν τω ονόματι του Ιησού Χριστού του Εσταυρωμένου. Μεταμόρφωση, δηλαδή αποκάλυψη της θείας Δόξας, και Σταυρός συνδέονται, λοιπόν, άρρηκτα μεταξύ τους. Οι θύρες της Βασιλείας του Θεού άνοιξαν για τους ανθρώπους με την Σταύρωση και την Ανάστασή του Κυρίου και την ημέρα της Πεντηκοστής δόθηκε στην Εκκλησία Χάρη, που ποτέ πριν δεν ήταν παρών κατά τον τρόπο που σήμερα ενοικεί σε Αυτήν.
Η Μεταμόρφωση του Κυρίου είναι για τον άνθρωπο στήριγμα, παρηγοριά, ελπίδα και ζωή. Όπως ενισχύθηκαν οι Μαθητές, κατά τον ίδιο τρόπο, οι άνθρωποι κάθε εποχής λαμβάνουν έλεος εξ ουρανού, προκειμένου να αντέξουν την οδύνη της σταυρωμένης τους ζωής. Ο δοκιμαζόμενος άνθρωπος όταν προσεύχεται ανοίγουν οι πύλες της καρδιάς του και η Χάρη του Θεού φέρνει δάκρυα στα μάτια του, τα οποία είναι πολύ ευεργετικά, μαλακώνει τη καρδιά του, ξεκουράζει τη σκέψη και του δίνει πίστη, ελπίδα και αγάπη. Αυτοί που ανεβαίνουν τον Γολγοθά, και όσοι είναι επί του Σταυρού, δίπλα στον Χριστό, και αναφωνούν με τον ληστή το «μνήσθητί μου Κύριε εν τη βασιλεία σου», ήδη γνωρίζουν.
-----------------------------------
Πηγή: churchofcyprus.org.cy
-----------------------------------