Η κα. Λούκα Κατσέλη υποστηρίζει πως το ελληνικό δημόσιο χρέος δεν
είναι βιώσιμο και προτείνει λύσεις για την απομείωσή του αλλά και την
έξοδο της χώρας από την “τριπλή παγίδα” της παραγωγικής αποσάρθρωσης,
της υπερχρέωσης και της φτώχειας.
Εξηγεί ποιές θα πρέπει να είναι οι προτεραιότητες της νέας κυβέρνησης
που θα προκύψει από τις εκλογές της Κυριακής και την στρατηγική που θα
πρέπει να ακολουθήσει η Ελλάδα στη διαπραγμάτευση με τους δανειστές.
Μιλά ακόμη για την επόμενη ημέρα στον τραπεζικό κλάδο και τι πρέπει
να γίνει για να υπάρξει σταθεροποίηση του τραπεζικού συστήματος.
Τάσσεται υπέρ της δημιουργίας Αναπτυξιακής Τράπεζας και προτείνει μία
λύση για τα νέα στεγαστικά δάνεια που θα συζητηθεί.
Τέλος, διαβάστε τη λέει για τη σχέση της “Κοινωνικής Συμφωνίας” με τον ΣΥΡΙΖΑ…
ΕΡΩΤΗΣΗ: To θέμα της ρύθμισης του ελληνικού χρέους κυριαρχεί
στην προεκλογική περίοδο. Ποιά είναι η άποψή σας; Αρκεί μία γενναία
επιμήκυνση του χρόνου εξόφλησής του ή απαιτείται ούτως ή άλλως κούρεμα;
Να ξεκινήσουμε καταρχή από την παραδοχή ότι το χρέος σήμερα δεν
είναι βιώσιμο καθώς η πληρωμή τοκοχρεωλυσίων ύψους 291 δις ενός των
επομένων 15 ετών δεν είναι εφικτή. Η πολιτική της βίαιης λιτότητας και
εσωτερικής υποτίμησης έχει οδηγήσει σε παραγωγική αποσάρθρωση, με
αποτέλεσμα να μην διαφαίνεται καμμία προοπτική υψηλών ρυθμών ανάκαμψης
της οικονομίας που θα επέτρεπαν την αποπληρωμή των σωρευμένων οφειλών,
ενώ το χρέος εχει εκτοξευτεί στα 320 δις ευρώ. Οι ατμομηχανές ανάκαμψης
της οικονομίας εχουν σβήσει. Η Ελλάδα είναι εγκλωβισμένη στην τριπλή
παγίδα παραγωγικής αποσάρθρωσης, υπερχρέωσης και φτώχειας.
Η έξοδος από την τριπλή αυτή παγίδα προυποθέτει ταυτόχρονη αντιμετώπιση των τριών αυτών προτεραιοτήτων. Αν
δεν αναδιαρθρωθει η παραγωγική βάση της χώρας και δεν δημιουργηθεί
εγχώρια προστιθέμενη αξία και νέος πλούτος, αν δεν αυξηθεί η
παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, μια νέα κρίση
υπερχρέωσης θα διαφαίνεται στον ορίζοντα, ακόμα κι αν κουρευτεί τελείως
το σημερινό χρέος. Από την άλλη μεριά ,αν δεν υπάρξει
ουσιαστική απομείωση του βάρους του υπάρχοντος χρέους, οι πόροι που θα
μπορούν να διατεθούν για την ανάκαμψη των επενδύσεων και της οικονομίας
θα είναι ελάχιστοι ενώ το βάρος του χρέους θα δρά ανασταλτικά για τους
πραγματικούς ενδιαφερόμενους επενδυτές και υποστηρικτικά για τους
κερδοσκόπους. Από μόνη της μια επιμήκυνση του χρέους ή μείωση
των επιτοκίων θα προσφέρει κάποια πρόσκαιρη ανακούφιση. Τέλος, αν δεν
αντιμετωπισθεί η ανθρωπιστική κρίση και η φτώχεια ενός μεγάλου τμήματος
του πληθυσμού, η αγοραστική δύναμη της μεσαίας τάξης θα παραμείνει
αναιμική, θα σωρεύονται κόκκινα δάνεια στις τράπεζες και
υστέρηση εσόδων στα κρατικά και ασφαλιστικά Ταμεία ενώ θα μειώνεται
συνεχώς η παραγωγικότητα του ανθρώπινου κεφαλαίου που διαθέτει η χώρα
μας.
Η νέα Κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές την Κυριακή
πρέπει επομένως να παρουσιάσει ένα συνεκτικό Εθνικό Σχεδιο
Ανασυγκρότησης της χώρας που θα περιλαμβάνει ως προτεραιότητες προτάσεις
, μέτρα και ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις που θα απαντούν στο τρίπτυχο των
ανωτέρω προκλήσεων. Προτεραιότητες :α) η αύξηση επενδύσεων και η
πυροδότηση ενός βιώσιμου παραγωγικού και τεχνολογικού μετασχηματισμού
της οικονομίας β) ουσιαστική απομείωση των σωρευμένων οφειλών και γ)
αντιμετώπιση της φτώχειας και της ανθρωπιστικής κρίσης . Αυτό
το Σχέδιο πρέπει να αποτελέσει τη βάση σχεδιασμού της οικονομικής μας
πολιτικής και το νέο διαπραγματευτικό πλαίσιο με τους εταίρους μας .
Ερ: Γιατί δεν έγινε αυτό μέχρι σήμερα; Ποιοί δυνητικά μπορεί
να είναι οι σύμμαχοι και οι “εχθροί” της ελληνικής πλευράς στις νέες
διαπραγματεύσεις;
Από την αρχή της κρίσης , καμμία Κυβέρνηση δεν προέβαλε ένα
σχέδιο εξόδου από την κρίση, πόσο μάλλον ένα Εθνικό Σχέδιο
Ανασυγκρότησης. Η στρατηγική των οποιων διαπραγματεύσεων επικεντρώθηκε
μέχρι σήμερα, στην εξυπηρέτηση των τρεχουσών δανειακών μας υποχρεώσεων,
δηλαδή στην προαγωγή των συμφερόντων των δανειστών μας. Με απλά λόγια,
το ύψος των ετήσιων πληρωμών τοκοχρεολυσίων που επρεπε να αποπληρωθούν
προσδιόριζε, για την Κυβέρνηση και την Τρόικα, το ύψος του πρωτογενούς
πλεονάσματος, το υψος των εσόδων από τις ιδιωτικοποιήσεις καθώς και το
ύψος του δανεισμού από τους δανειστές μας που θα έπρεπε να διοχετευθούν
για την αποπληρωμή χρεών. Γι αυτό και το 90% των 240 δις που
δανειστήκαμε ξαναγύρισε σ’ εκείνους . Το απαιτούμενο υψος του
πρωτογενούς πλεονάσματος για την αποπλhρωμή των οφειλών προσδιόριζε με
τη σειρά του τα αναγκαία μέτρα πολιτικής για την επίτευξή του: μειώσεις
δαπανών, δημοσίων επενδύσεων, άυξηση φορολογίας και πώληση περιουσιακών
στοιχείων του δημοσίου σε όποια τιμή. Η στρατηγική αυτή γρήγορα
αποδείχθηκε τελείως λανθασμένη και αδιέξοδη: η βαθειά εσωτερική ύφεση
που προκλήθηκε διόγκωσε την εξωτερική και εσωτερική υπερχρέωση, την
εξάρτηση από τους δανειστές και την πλήρη αποσταθεροποίηση της
οικονομίας. Οδήγησε στο PSI, το οποίο όμως αντί να μειώσει το βάρος του
σωρευμένου χρέους μετατράπηκε ,μέσω της ανακεφαλαιοποίησης, σε τεράστια
αναδιανομή πόρων από τον Ελληνα και Ευρωπαίο φορολογούμενο, τα
ασφαλιστικά ταμεία και τα ΝΠΔΔ στις Τράπεζες.
Η νέα στρατηγική όπως προσδιορίστηκε πρέπει να ξεκινά αντίστροφα.
Να προσδιορίζει τα απαιτούμενα μέτρα για την επίτευξη θετικών και
αυξανόμενων ρυθμών μεγέθυνσης τα επόμενα έτη και για αποτελεσματική
αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης , να προσδιορίζει ένα ρεαλιστικό
υψος πρωτογενούς πλεονάσματος που είναι συμβατό με την επίτευξη αυτών
των στόχων και στη βάση υπολογισμών χρηματοδότησης του προγράμματος από
ίδιους πόρους να παρουσιάσει εξ υπολοίπου τις χρηματοδοτικές ανάγκες της
χώρας και εναλλακτικά σενάρια απομείωσης ή/και αναδιάρθρωσης του
χρέους.
Η απομείωση μπορεί να επιτευχθεί με πολλούς τρόπους . Δεν υπάρχει
αμφιβολία ότι διαγραφή μέρους του χρέους θα ήταν η πιο πρόσφορη λύση.
Αλλά απομείωση του βάρους μπορεί να γίνει και με άλλους τρόπους , όπως
π.χ. με μετοχοποίηση μέρους του χρέους δηλαδή ανταλλαγή τμήματος χρέους
με συμμετοχή σε επενδυτικά σχέδια ή αναπτυξιακά προγράμματα ή ακόμη μέσω
έκδοσης αναπτυξιακών ομολόγων ή/και μέσω συνδυασμών λύσεων
περιλαμβανομένης της επιμήκυνσης και της μείωσης επιτοκίων. Επομένως,
υπάρχουν δυνατότητες και επιλογές που μετά από σοβαρή επεξεργασία,
πρέπει να προταθούν προς τους πιστωτές μας. Το βέβαιο είναι ότι θα
φέρουν τόσο τη χώρα όσο και την Ευρωζώνη σε μια καλύτερη κατάσταση από
αυτή που σήμερα βιώνουμε.
Ερ. Ποιά κατά τη γνώμη σας πρέπει να είναι η αρχιτεκτονική
του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, δεδομένου μάλιστα ότι η ελληνική
οικονομία έχει χαρακτηριστεί “τραπεζοκεντρική”; Και κατά πόσο αναγκαία
είναι η δημιουργία μιας Αναπτυξιακής Τράπεζας;
Η βασική αποστολή των τραπεζών είναι να χρηματοδοτούν με τα
κεφάλαια που τους εμπιστεύονται οι καταθέτες, επιχειρήσεις και
νοικοκυριά για την προαγωγή επενδύσεων και την τόνωση της οικονομικής
δραστηριότητας. Δυστυχώς, μετά την κατάργηση της διάκρισης μεταξύ
εμπορικών και επενδυτικών δραστηριοτήτων το 1999 και τον αυξανόμενο
ανταγωνισμό , οι περισσότερες τράπεζες επιδόθηκαν στο κυνήγι των μεγάλων
αποδόσεων για τους μετόχους τους και τα ανώτατα τραπεζικά στελέχη μέσω
τοξικών χρηματοοικονομικών προιόντων υψηλού κινδύνου, αμφισβητούμενων
πρακτικών και αθέμιτων χρεώσεων. Η χρηματοπιστωτική κρίση ήρθε ως
επακόλουθο της έλλειψης κανόνων εποπτείας και σωστής ρύθμισης.
Στο σχεδιασμό μιας νέας αρχιτεκτονικής για το Ελληνικό
Τραπεζικό σύστημα πρέπει να υπάρξει πρόνοια για α) την επαρκή
κεφαλαιοποίηση των Τραπεζών και την εξυγίανση των χαρτοφυλακίων τους β)
την απαραίτητη διοχέτευση ρευστότητας πόρων στην πραγματική οικονομία
για τη χρηματοδότηση αναπτυξιακών δραστηριοτήτων και εξαγωγών γ) τη
διασφάλιση του υγιούς ανταγωνισμού στον τραπεζικό πυλώνα και δ) την
ενίσχυση κανόνων και μηχανισμών εποπτείας.
Επομένως , καθώς υπάρχει υψηλός βαθμός συγκέντρωσης στον τραπεζικό κλάδο, υπάρχει χώρος και ανάγκη να δημιουργηθεί μια Αναπτυξιακή Τράπεζα Δημοσίου Συμφέροντος.
Ως Υπουργός Ανάπτυξης είχα προχωρήσει στον σχεδιασμό αυτού του
εγχειρήματος με τη συνεργασία και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και
της Γερμανικής Αναπτυξιακής Τράπεζας KfW. Μια τέτοια τράπεζα μπορεί να
χρηματοδοτεί μεγάλης κλίμακας επενδυτικά σχέδια, να παρέχει εγγυήσεις,
να αναλαμβάνει έργα αναδιάρθρωσης επιχειρήσεων αλλά και να συμβάλει στον
παραγωγικό και τεχνολογικό μετασχηματισμό της οικονομίας μέσω απόκτησης
μεριδίων σε καινοτομικές δραστηριότητες ή δραστηριότητες υψηλής
προστιθέμενης αξίας. Επίσης, ένας βραχίονας τής Αναπτυξιακής Τράπεζας θα
μπορούσε να είναι βραχίονας ειδικού σκοπού για τις Μικρομεσαίες
Επιχειρήσεις. Σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Επενδυτικό Ταμείο θα
μπορούσε να παρέχει εγγυήσεις, μικροδάνεια, συμβουλευτικές υπηρεσίες,
δηλαδή ένα ολοκληρωμένο πακέτο λύσεων για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις,
που, παρόλο που είναι η ραχοκοκαλιά της οικονομίας μας, είναι εκτός
ουσιαστικά του τραπεζικού συστήματος.
Ερ.: Ο νόμος που φέρει το όνομά σας (νόμος Κατσέλη) για τα
υπερχρεωμένα νοικοκυριά και τις υπερχρεωμένες επιχειρήσεις έχει ανάγκη
συμπλήρωσης ή αλλαγής ; Ποιές είναι οι προτάσεις σας;
Η κρίση και η βαθειά ύφεση έχουν διογκώσει το πρόβλημα της
υπερχρέωσης. Ακόμη και υγιείς και βιώσιμες επιχειρήσεις που δεν έχουν
πρόσβαση σε τραπεζικά κεφάλαια αδυνατούν να χρηματοδοτήσουν βασικές
λειτουργικές τους ανάγκες. Χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις και
νοικοκυριά αδυνατούν να αποπληρώσουν, με τους δυσβάσταχτους όρους που
σήμερα ισχύουν, τα δάνειά τους. Οι ρυθμίσεις που έχουν ψηφισθεί με τον
πρόσφατο Ν4224/13 εναποθέτουν στη διακριτική ευχέρεια των τραπεζών τους
όρους και τις προϋποθέσεις της αναγκαίας αναδιάρθρωσης δανείων .
Επομένως , πρέπει να αναληφθούν νομοθετικές πρωτοβουλίες για την
διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής του Ν3869/10 για τα υπερχρεωμένα
νοικοκυριά και σε όσους έχουν εμπορική δραστηριότητα καθώς και σε όσους
αντιμετωπίζουν πρόσκαιρη και όχι μόνο μόνιμη αδυναμία πληρωμής οφειλών.Αυτό σε συνδυασμό με εκσυγχρονισμό του πτωχευτικού δικαίου.
Ταυτόχρονα, χρειάζεται να υπάρξει, με νομοθετική πρωτοβουλία, ένα
σύγχρονο κανονιστικό πλαίσιο για τη διαχείριση των καθυστερουμένων
οφειλών ή/και κόκκινων δανείων στις Τράπεζες που θα εγγυάται διαφάνεια
και λογοδοσία στην διαδικασία αναδιάρθρωσης. Τέλος , ως προς τη βελτίωση
της εφαρμογής του Ν3869/10 για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά πρέπει να
αναληφθούν πρωτοβουλίες στην κατεύθυνση αντιμετώπισης του προβλήματος
της μεγάλης αναμονής εκδίκασης των υποθέσεων.
Ερ.: Σε μεγάλο πρόβλημα για τα νοικοκυριά αλλά και για τις
τράπεζες έχουν εξελιχθεί να είναι τα στεγαστικά δάνεια, που δόθηκαν σε
εποχές προ μνημονίου και με άλλες οικονομικές συνθήκες για την
πλειοψηφία των δανειοληπτών. Η αγορά κατοικίας, όπως και η οικοδομική
δραστηριότητα έχουν κυριολεκτικά καταρρεύσει. Πως μπορεί να έχουμε μία
επανεκκίνηση της αγοράς που να ελαφρύνει τους πολίτες χωρίς να
“καταδικάζει” τις τράπεζες;
Πρέπει να εξετάσουμε, με προσοχή και τεκμηρίωση, εναλλακτικά σχήματα, που έχουν εφαρμοστεί με επιτυχία διεθνώς. Μια
πιθανή μετοχοποίηση δανείων αποτελεί μια δυνατότητα που μπορεί να
χρησιμοποιηθεί και για την στεγαστική πίστη. Για παράδειγμα, αντί ο
δανειολήπτης να παίρνει από την τράπεζα δάνειο για να αγοράζει ο ίδιος
σπίτι και στη συνέχεια να έχει ο ίδιος το βάρος της αποπληρωμής με την
αβεβαιότητα για το αν θα μπορεί να είναι συνεπής, θα μπορούσε να
αγοράζει από έναν ενδιάμεσο φορέα ή και την ίδια την Τράπεζα μερίδια
ιδιοκτησίας στο ακίνητο. Μετά από ένα εύλογο διάστημα, ο
ενδιαφερόμενος θα έχει αποκτήσει πλήρως την ιδιοκτησία του ακινήτου και
δεν θα έχει το βάρος του δανείου, με τόκους και πανωτόκια. Στο μεταξύ το
ρίσκο για τις Τράπεζες θα έχει μειωθεί ενώ τους παρέχεται η ευκαιρία
εγγραφής των περιουσιακών αυτών στοιχείων στο ενεργητικό τους.
Ερ.: Ποιά είναι σήμερα η σχέση της “Κοινωνικής Συμφωνίας” της οποίας ηγείσθε με τον ΣΥΡΙΖΑ;
Η θέση της Κοινωνικής Συμφωνίας ήταν εξ αρχής σταθερή.
Επιδιώκουμε τη συγκρότηση μιας πλατιάς συμπαράταξης δυνάμεων για
ανατροπή της αδιέξοδης πολιτικής της βίαιης λιτότητας. Αυτή η στρατηγική
επιδίωξη εξηγεί και τη συμπόρευση και κριτική στήριξη που παρέχουμε στο
ΣΥΡΙΖΑ, που εκ των πραγμάτων αποτελεί τον βασικό κορμό αυτού
του μετώπου, παρά τις όποιες διαφορές μας σε επιμέρους ζητήματα και
θέσεις.
-------------------------------------
Πηγή: bankwars.gr
-------------------------------------
-------------------------------------