Σάββατο 14 Σεπτεμβρίου 2013

«Βασικοί ύποπτοι» διαφθοράς βουλευτές, εφοριακοί και δήμαρχοι

«Είναι αξιοσημείωτο ότι η εικόνα της κοινής γνώμης για τα επίπεδα διαφθοράς των πολιτικών επιδεινώθηκε κατά την περίοδο 2009-2013. Η συντριπτική πλειοψηφία της κοινής γνώμης, πάνω από το 80%, εκτιμά ως αναποτελεσματική τη δράση της πολιτικής εξουσίας εναντίον της διαφθοράς, δηλώνοντας με σαφήνεια ότι ούτε το πλήθος των συλλήψεων διεφθαρμένων δημοσίων υπαλλήλων και λειτουργών είναι μεγάλο ούτε οι ποινές που επιβλήθηκαν για τα αδικήματα είναι αντίστοιχες του μεγέθους του αδικήματος».

Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα έρευνας του Πανεπιστημίου της Μακεδονίας, την οποία δημοσιεύει το Βήμα.

Είναι αξιοσημείωτο ότι ως «βασικούς υπόπτους» διαφθοράς κατατάσσουν κατά σειρά βουλευτές, εφοριακούς και δημάρχους, επηρεασμένοι προφανώς και από τις δίκες πολιτικών προσώπων - όπως του Ακη Τσοχατζόπουλου, που εισέρχεται στην τελική της φάση - ή από την καταδίκη του Βασίλη Παπαγεωργόπουλου σε ισόβια.

Οι ερευνητές βρέθηκαν προ εκπλήξεως όταν διαπίστωσαν ότι η αρνητική γνώμη για τον ρόλο της πολιτικής εξουσίας στην καταπολέμηση της διαφθοράς μεγεθύνθηκε το 2013 ύστερα από έναν προσωρινό περιορισμό της την περίοδο 2009-2011 ως αποτέλεσμα, προφανώς, «της ρητορικής περί αντιμετώπισης της διαφθοράς που αναπτύχθηκε ως αντιστάθμισμα των αποκαλύψεων για το μέγεθος της διαφθοράς στην Ελλάδα μετά την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης».

Ως κυριότερη αιτία άνθησης της διαφθοράς στην Ελλάδα προκρίνεται (περίπου από το 80%-85% της κοινής γνώμης) και πάλι η αναποτελεσματικότητα ή η απροθυμία της πολιτικής εξουσίας, όπως αυτές αποτυπώνονται είτε στην επιβολή ελαφρών ποινών είτε στη διατήρηση καθεστώτος αδιαφάνειας στις δημόσιες δαπάνες. Βεβαίως μέρος της ευθύνης αποδίδεται (περίπου από το 60%-65%) και στους ίδιους τους δημοσίους υπαλλήλους, η μη αξιοκρατική επιλογή των οποίων καθιστά πιθανότερη τη μη άρτια άσκηση των καθηκόντων τους ή την εκμετάλλευση της νομοθεσίας για προσωπικό τους όφελος κατά τις συναλλαγές τους με τους πολίτες.

Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, «το ζήτημα της διαφθοράς, τόσο των πολιτικών όσο και του κράτους, έχει επανειλημμένως συνδεθεί στη βιβλιογραφία με την έννοια της πολιτικής εμπιστοσύνης. Μία από τις άμεσες συνέπειες της αυξημένης διαφθοράς των πολιτικών και του κράτους είναι η απώλεια της εμπιστοσύνης της κοινής γνώμης στους πολιτικούς θεσμούς. Η παρούσα έρευνα εκκίνησε επιχειρώντας να μετρήσει τα επίπεδα πολιτικής εμπιστοσύνης στην Ελλάδα προκειμένου να καταγραφεί μία εκ των πιθανών συνεπειών της φημολογούμενα εκτεταμένης διαφθοράς στη χώρα».

Αποκαλύπτεται η πολύ μεγάλη έκταση της καχυποψίας των πολιτών έναντι του θεσμού του Κοινοβουλίου - στο οποίο προφανώς αντικατοπτρίζονται και οι γνώμες έναντι των πολιτικών κομμάτων -, όπως επίσης την έκταση της καχυποψίας έναντι των ευρωπαϊκών θεσμών. Το τελευταίο αποτελεί ένα δείγμα του αυξανόμενου κατά την περίοδο της ελληνικής κρίσης αντιευρωπαϊσμού της ελληνικής κοινής γνώμης. 

Και οι δύο αυτοί δείκτες εμφανίζονται αισθητά επιδεινωμένοι σε σχέση με την εικόνα τους σε έρευνες της Μονάδας Ερευνών Κοινής Γνώμης και Αγοράς του ΕΠΙ κατά το 2011 και το 2012. Το ποσοστό της κοινής γνώμης που διατυπώνει χαμηλή ή μηδενική εμπιστοσύνη στο Κοινοβούλιο φθάνει το 90% το 2013 έναντι ποσοστών 70%-75% τα προηγούμενα δύο έτη. Το αντίστοιχο ποσοστό για την Ευρωπαϊκή Ενωση φθάνει το 70% το 2013 έναντι ποσοστού 58% το 2012 και 53% το 2011.

Οι πολιτικοί διαχειριστές της οικονομικής κρίσης φαίνονται να χάνουν το στοίχημα κατάκτησης της πολιτικής εμπιστοσύνης μέσα στα τελευταία δύο χρόνια. Ωστόσο η ήττα αυτή δεν είναι καθολική, καθώς τα επίπεδα εμπιστοσύνης φαίνονται να παραμένουν υψηλότερα εντός συγκεκριμένων τμημάτων του πληθυσμού. Το Κοινοβούλιο λαμβάνει ελαφρώς υψηλότερα - σε σύγκριση με τη μέση κατανομή - ποσοστά εμπιστοσύνης στις ηλικιακές κατηγορίες άνω των 45 ετών και η Ευρωπαϊκή Ενωση λαμβάνει ελαφρώς υψηλότερα ποσοστά εμπιστοσύνης στις ηλικιακές κατηγορίες κάτω των 45 ετών, καθώς και στους μισθωτούς του δημοσίου τομέα. 

Οι διαφοροποιήσεις στα επίπεδα εμπιστοσύνης έναντι του Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αντικατοπτρίζονται και σε διαφορετικές επιλογές ψήφου στις εκλογές του 2012. Η μηδενική ή χαμηλή εμπιστοσύνη προς τους θεσμούς του Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Ενωσης φαίνεται να συνδέεται με την ψήφο προς τον ΣΥΡΙΖΑ και τα λοιπά αντιμνημονιακά κόμματα στις εκλογές του 2012, ενώ η υψηλότερη εμπιστοσύνη προς τους δύο θεσμούς, ιδιαιτέρως την Ευρωπαϊκή Ενωση, συνδέεται εμφανώς με την ψήφο προς τη ΝΔ, κατά πρώτο λόγο, και το ΠαΣοΚ, κατά δεύτερο.

Σημειώνεται επίσης ότι η καχυποψία έναντι των θεσμών φαίνεται να διαχέεται και σε θεσμούς πέραν της κεντρικής πολιτικής εξουσίας, όπως η Αστυνομία και τα δικαστήρια, οι οποίοι ακόμη και κατά το κοντινό παρελθόν διατηρούσαν υψηλότερα ποσοστά εμπιστοσύνης .

Υψηλά είναι τα επίπεδα καχυποψίας έναντι του κοινωνικού περιβάλλοντος του μέσου πολίτη. Το ποσοστό μάλιστα εκείνων που δήλωσαν ότι θα πρέπει να είμαστε πάντα ή συνήθως καχύποπτοι με τους περισσότερους ανθρώπους ξεπέρασε το 76% του δείγματος, όταν σε έρευνα του 2011 είχε μετρηθεί στο 69%. Η κοινωνική εμπιστοσύνη πάντως δεν φαίνεται να διατηρεί υψηλή συσχέτιση με την πολιτική εμπιστοσύνη, σύμφωνα με τα ευρήματα της παρούσας έρευνας, καθώς τα ποσοστά καχυποψίας έναντι των πολιτικών θεσμών ήταν εξίσου υψηλά σε όλο το δείγμα, ανεξάρτητα από το καταγραφόμενο επίπεδο κοινωνικής εμπιστοσύνης κάθε ερωτωμένου.

Εκτίμηση για την έκταση της διαφθοράς σε κατηγορίες δημοσίων υπαλλήλων και λειτουργών

Η έρευνα κατέγραψε τις εντυπώσεις της ελληνικής κοινής γνώμης για τις κατηγορίες δημοσίων υπαλλήλων και λειτουργών στις οποίες εντοπίζονται εκτενή φαινόμενα διαφθοράς. Προφανώς οι απαντήσεις στη συγκεκριμένη ερώτηση δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως τεκμήρια ύπαρξης φαινομένων διαφθοράς στους κλάδους αλλά ως ενδείξεις των εντυπώσεων της κοινής γνώμης για την έκταση της διαφθοράς σε κάθε κατηγορία δημοσίων υπαλλήλων, και μάλιστα των σχετικοποιημένων ως προς τις γενικότερες εντυπώσεις για τη διαφθορά τη χώρα. 

Το υψηλότερο ποσοστό εκτιμήσεων για εκτεταμένη διαφθορά συγκεντρώνουν οι βουλευτές (89%), ακολουθούμενοι από τους εφοριακούς (82%) και τους δημάρχους (81%) (βλ. Πίνακα 1). Τα ποσοστά είναι υψηλά για όλες τις κατηγορίες υπαλλήλων και λειτουργών, ωστόσο θα πρέπει να συνεκτιμηθεί το γεγονός ότι η ερώτηση ουσιαστικά πρότεινε το σύνολο της λίστας και δεδομένης της τάσης επιλογής θετικών απαντήσεων σε τέτοιου τύπου ερωτήσεις (δηλαδή ύπαρξης διαφθοράς στη συγκεκριμένη περίπτωση) δεν θα πρέπει να δοθεί έμφαση στα ποσοστά που συγκέντρωσε η κάθε κατηγορία αλλά στη σύγκριση μεταξύ των κατηγοριών.

Πίνακας 1:

Εντυπώσεις εκτεταμένης διαφθοράς σε κατηγορίες δημοσίων υπαλλήλων και λειτουργών

Ομάδα
2013

% ατόμων που εκτίμησαν
ως εκτενή τη διαφθορά
στην ομάδα αυτή

2011 (ΕΒ)

% ατόμων που εκτίμησαν
ως εκτενή τη διαφθορά
στην ομάδα αυτή

2009 (ΕΒ)

% ατόμων που εκτίμησαν
ως εκτενή τη διαφθορά
στην ομάδα αυτή

Αστυνομικοί
47
50
72
Τελωνειακοί
70
63
74
Βουλευτές
89
78
74
Δήμαρχοι
81
68
59
Υπάλληλοι Πολεοδομίας
77
64
72
Υπάλληλοι
υπουργείου Ανάπτυξης

63
47
61
Εφοριακοί
82
62
72
Γιατροί
53
75
82
Πανεπιστημιακοί
28
33
43
Επιθεωρητές
Δημόσιας Υγείας

40
63
66

Ακρως ενδιαφέρουσα είναι επίσης η σύγκριση των ποσοστών που κατέγραψε η έρευνα με τα ποσοστά που καταγράφηκαν σε έρευνες του Ευρωβαρομέτρου την άνοιξη του 2011 και την άνοιξη του 2009. Από τη σύγκριση των στηλών προκύπτει διαφορετική τάση (αυξητική) στα ποσοστά των πολιτών που εκτιμούν ως εκτεταμένη τη διαφθορά των πολιτικών προσώπων (βουλευτών και τοπικών αρχόντων) και διαφορετική τάση (πτωτική) στα ποσοστά των πολιτών που εκτιμούν ως εκτεταμένη τη διαφθορά των περισσοτέρων κατηγοριών δημοσίων υπαλλήλων (αστυνομικοί, γιατροί, πανεπιστημιακοί, επιθεωρητές Δημόσιας Υγείας). 

Ιδιόμορφη είναι η περίπτωση των εφοριακών, των υπαλλήλων της Πολεοδομίας και των υπαλλήλων που είναι επιφορτισμένοι με την αδειοδότηση επενδυτικών έργων, καθώς σε αυτές τις κατηγορίες σημειώθηκε μείωση των αρνητικών εκτιμήσεων για την έκταση της διαφθοράς μεταξύ 2009 και 2011 και στη συνέχεια αύξηση των αρνητικών εκτιμήσεων μεταξύ 2011 και 2013. 

Είναι πιθανό πως η κοινή γνώμη έδειξε αρχικά να πείθεται από τη ρητορική της κυβέρνησης Παπανδρέου για περιορισμό της διαφθοράς στο Δημόσιο, ωστόσο στη συνέχεια, και ως συνέπεια της αναποτελεσματικότητας των μηχανισμών καταπολέμησης της διαφθοράς, η κοινή γνώμη επέστρεψε στις προ των εξαγγελιών του 2010-2011 αρνητικές εντυπώσεις της για την έκταση του φαινομένου σε συγκεκριμένους κλάδους της δημόσιας διοίκησης, κυρίως σε αυτούς που σχετίζονται με ελεγκτικούς μηχανισμούς.
----------------------------
Πηγή:  Το ΒΗΜΑ
----------------------------