Σελίδες

Κυριακή 27 Μαρτίου 2016

Μνήμη Καζαμία

Πριν λίγο καιρό (στις 11 Φεβρουαρίου 2016) με συγκίνηση και θλίψη πληροφορηθήκαμε το θάνατο του αγαπημένου μας συμπατριώτη Γιάννη Καλοκαιρινού. Έφυγε πλήρης ημερών, περιστοιχιζόμενος από τη σύζυγό του, τα παιδιά του, τα εγγόνια του και πλήθος κόσμου καθώς ήταν ιδιαίτερα αγαπητός σε όλους τους Κυθηρίους και μη Κυθηρίους.

Τον επικήδειο λόγο για τον βίο και τα πεπραγμένα του Γιάννη Καλοκαιρινού τον εκφώνησαν άλλοι και μάλιστα με ζωηρά χρώματα και μεστή γλώσσα, ώστε το σημείωμά μου αυτό δεν έχει να προσθέσει κάτι παραπάνω. 

  
Η μορφή του θα είναι πάντα στην καρδιά μας και θα θυμόμαστε το πέρασμά του και την συνάντησή μας μαζί του με αγάπη. Αλλά αν την ιστορία ενός τόπου την γράφουν οι άνθρωποί του και ιδιαιτέρως οι ήρωές του, τότε ο κυρ-Γιάννης ήταν ένας από αυτούς. Και αυτό θα φανεί, αφού παρακάτω θα ιστορήσω –ας μου επιτραπεί η έκφραση– γεγονότα που ο ίδιος μου διηγήθηκε αλλά και άλλοι παλαιότεροι εμού επιβεβαίωσαν. Γιατί τελικά πρέπει να θυμούνται οι παλαιότεροι και να μαθαίνουν οι νεότεροι.

Ήταν μια νύχτα του Αυγούστου του 1949, όταν ο στρατηγός Βεντήρης ως διοικητής των δυνάμεων εκστρατείας του Εθνικού Στρατού ξεκίνησε τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στο Γράμμο και στο Βίτσι, απωθώντας τα τμήματα του Δημοκρατικού Στρατού προς τα αλβανικά σύνορα. Ένας από τους διοικητές των μονάδων του Εθνικού Στρατού ήταν ο τότε λοχαγός (και μετέπειτα συνταγματάρχης) Σπυρίδων Κασιμάτης, από το Λειβάδι των Κυθήρων, και ένας από τους στρατιώτες του ο Γιάννης Καλοκαιρινός – Καζαμίας.

Ήταν μια νύχτα ‘‘δαντικής κολάσεως’’ όπως χαρακτηριστικά μού περιέγραφε κάποτε ο ίδιος ο Σπύρος Κασιμάτης, «με το πυροβολικό να χτυπάει ασταμάτητα, το πυροβολικό των ανταρτών να απαντάει στα πυρά και ταυτόχρονα να βρέχει και να βροντάει ο ουρανός και να μην ξέρει κανείς, αν οι λάμψεις και οι βροντές ήταν από τις βόμβες και τους όλμους ή από τις αστραπές και τις βροντές του ουρανού». Και μέσα σε αυτή την καταιγίδα, φυσική και πολεμική, άνδρες, γυναίκες και παιδιά να τρέχουν πανικόβλητοι υποχωρώντας, την ώρα που δίπλα τους οι βόμβες άνοιγαν τεράστιους κρατήρες έτοιμους να καταπιούν τα πάντα.

Μια ομοβροντία από τα κανόνια των ανταρτών χτυπάει τον Κασιμάτη και του κόβει το πόδι από τον μηρό, αφήνοντάς τον αναίσθητο και ημιθανή στο πεδίο της μάχης.

Ο αντισυνταγματάρχης Κασιμάτης δίδεται νεκρός στα ανακοινωθέντα του Εθνικού Στρατού.
Ο Γιάννης Καλοκαιρινός, όμως, αναζητώντας περισσότερα στοιχεία για το θάνατο του συμπατριώτη του και συναισθανόμενος ευθύνη έναντι της οικογενείας του που ήταν στα Κύθηρα, επιστρέφει στο πεδίο της μάχης και σαν από θαύμα βρίσκει τον Κασιμάτη με κομμένο μεν το πόδι … αλλά ζωντανό.

Και τότε, σαν να μην υπήρχε άλλη σκέψη γι’ αυτόν, τον παίρνει στην πλάτη, τον μεταφέρει δεκατέσσερα χιλιόμετρα, στα μετόπισθεν στο χωριό Νεστόριο που ο στρατός είχε στήσει ένα χειρουργείο σε μια εκκλησία (αφιερωμένη μάλλον στον Άγιο Χαράλαμπο), τον παραδίδει στους γιατρούς ελπίζοντας ότι τουλάχιστον θα τον κρατήσουν στη ζωή. Στη πορεία της δύσκολης εγχείρησης χρειάζεται αίμα.


Προσφέρεται πάλι ο Γιάννης Καλοκαιρινός και γίνεται η διαδικασία της απευθείας μετάγγισης, πράγμα πολύ επικίνδυνο για το δότη. Τους ξαπλώσανε κάτω, στο πλακόστρωτο της εκκλησίας, τους δέσανε με λάστιχο ψηλά τα μπράτσα και ξεκινήσανε την δύσκολη επέμβαση. Ο Γιάννης δεν δίστασε ούτε στιγμή και για άλλη μία φορά, με κίνδυνο της δικής του ζωής, έσωσε την ζωή του λοχαγού Κασιμάτη.

Πρέπει να σημειώσω, εδώ, ότι ταλαιπωρήθηκε πολύ εξαιτίας της μετάγγισης και χρειάστηκαν τρία χρόνια για να συνέλθει ολοκληρωτικά από τα προβλήματα που του είχε προκαλέσει η κατάσταση αυτή. Όπως μου έλεγε, όμως, ο ίδιος, ποτέ δεν το μετάνιωσε και αν ο χρόνος γύριζε πίσω, πάλι το ίδιο θα έκανε.

Από τότε, αδελφική φιλία ένωσε τον Γιάννη Καλοκαιρινό και τον Σπύρο Κασιμάτη. Φιλία που δεν σταμάτησε ποτέ και για τίποτα. Στα χρόνια που πέρασαν, ο Κασιμάτης άφησε το στρατό, τελείωσε το Πολυτεχνείο, έγινε πολιτικός μηχανικός κι ένας από τους πλέον επιτυχημένους επιχειρηματίες, και λεβέντης όπως είναι πάντα δεν ξέχασε τον Γιάννη Καλοκαιρινό.


Με συγκίνηση έμαθα, πως παρά τη μεγάλη του ηλικία και τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει τα οποία έχουν υποσκάψει τη λειτουργία της μνήμης, όταν έμαθε το θάνατο του Γιάννη, ζήτησε από τα παιδιά του να τηλεφωνήσουν στη σύζυγο του εκλιπόντος και τότε μέσα στα δάκρυα την συλλυπήθηκε για την απώλεια του συζύγου της και σωτήρα του.

Στην δε κόρη του εκλιπόντος, Μαρία, είπε τα εξής λόγια: «Έμαθα ότι έχασες τον πατέρα σου. Εγώ έχασα τον αδελφό μου, τον φίλο μου, τον ευεργέτη μου, τον σωτήρα μου, αυτόν που στις φλέβες μου κυλάει το αίμα του και ζω.»

Η ιστορία αυτή, που την άκουσα πολλές φορές από τους ίδιους τους πρωταγωνιστές της, είναι αφιερωμένη στη μνήμη του Γιάννη Καλοκαιρινού – Καζαμία.
---------------------------------------------------------------------------
Πηγή:  dragonerarossa.gr-Μανώλης Λουράντος Πιέρος
---------------------------------------------------------------------------
*Οι παλαιές φωτογραφίες προσεφέρθησαν στην DragoNera Rossa για την εικονογραφική κάλυψη του άρθρου από την οικογένεια του εκλιπόντος.
**Η πιο πρόσφατη φωτογραφία ανήκει στον Δημήτρη Κουτραφούρη ο οποίος συνδεόταν μαζί του με φιλική γνωριμία τα τελευταία 18 χρόνια.