Σελίδες

Πέμπτη 24 Δεκεμβρίου 2015

ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

 Ἐν Κυθήροις τῇ 22ῇ Δεκεμβρίου 2015
Ἀριθ. Πρωτ.: 815
ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ
(ὑπ' ἀριθ. 138/2015)
                                                                  
  Πρός
Τόν Ἱερόν Κλῆρον καί
τόν Χριστώνυμον Λαόν
τῆς καθ΄ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Κυθήρων καί Ἀντικυθήρων

  •                                                                                                   
    • «Μυστήριον ξένον καὶ παράδοξον βλέπω˙ ποιμένες μοῦ περιηχοῦσι τὰ ὦτα..., Ἄγγελοι ᾄδουσιν , Ἀρχάγγελοι μέλπουσιν, ὑμνεῖ τά Χερουβείμ, δοξολογεῖ τά Σεραφείμ, πάντες ἑορτάζουσι, Θεόν ἐπί γῆς ὁρῶντες καί ἄνθρωπον ἐν οὐρανοῖς...»
     (Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος)
                                                                                            
               Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί καί Συλλειτουργοί,
               Ἀδελφοί μου Χριστιανοί, Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά
,
Ὁλόκληρος ὁ Χριστιανικός κόσμος, ἡ γῆ καί ὁ Οὐρανός, Ἄγγελοι καί ἄνθρωποι, κατά τήν ἅγια αὐτή νύκτα τῶν Χριστουγέννων, ὅλοι ἐμεῖς οἱ ὁποῖοι συγκροτοῦμε τόν φιλόχριστο λαό τοῦ Θεοῦ, θαυμάζουμε καί μένουμε ἔκθαμβοι καί ἐκστατικοί ἐνώπιον τοῦ «ξένου καί παράδοξου Μυστηρίου» τῆς Θείας Ἐνανθρωπήσεως, τῆς κατά σάρκα Γεννήσεως τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. 



       «Μυστήριο ξένο καί παράδοξο βλέπω, μᾶς εἶπε μόλις προηγουμένως ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Οἱ βοσκοί, συνεχίζει, παραγεμίζουν τά αὐτιά μου, συρίζοντες ὄχι ἕνα ἄσκοπο μέλος, ἀλλά ψάλλοντας οὐράνιο ὕμνο. Ἄγγελοι ᾄδουν τόν ἀγγελικόν ὕμνον˙ «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καί ἐπί γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία». Ἀρχάγγελοι μελῳδοῦν, ὑμνοῦν τά Χερουβείμ, δοξολογοῦν τά Σεραφείμ. Ὅλοι ἑορτάζουν βλέποντες Θεόν ἐπί τῆς γῆς καί ἄνθρωπον εἰς τούς οὐρανούς. Τόν Θεόν νά κατέρχεται εἰς τήν γῆν δι΄ἄκραν οἰκονομίαν καί διά τήν σωτηρίαν τῆς ἀνθρωπότητος καί τόν ἄνθρωπο, τήν ἀνθρώπινη φύσι, νά ἀνυψώνεται ἀπό τήν γῆν εἰς τόν οὐρανόν δι΄ἄφατον φιλανθρωπίαν. Σήμερον ἡ Βηθλεέμ ἐμιμήθη τόν οὐρανό, ἀφοῦ ἐδέχθη ἀντί μέν ἀστέρων Ἀγγέλους ὑμνοῦντας, ἀντί δέ ἡλίου τόν Ἥλιον τῆς δικαιοσύνης, τόν ὁποῖον ἐφιλοξένησε κατά τρόπον ἀπερίγραπτον. Καί μή ζητεῖς ἐξήγησιν, σημειώνει ὁ ἱερός αὐτός Πατήρ. Διότι ὅπου θέλει ὁ Θεός, νικᾶται ἡ τάξις τῆς φύσεως».
 
       Καί εἰς ἄλλο σημεῖον τῆς περιφήμου αὐτῆς ὁμιλίας του εἰς τό Γενέλιον τοῦ Κυρίου μας διερωτᾶται: «Τί νά εἰπῶ ἤ τί νά ὁμολογήσω; Βλέπω τήν τεκοῦσαν Παρθένον Μαρίαν, βλέπω τόν τεχθέντα Σωτῆρα Χριστόν, τό Θεῖον Βρέφος, ἀλλά δέν ἠμπορῶ νά κατανοήσω μέ τόν νοῦν μου τόν τρόπον τῆς Γεννήσεως. Γιατί νικᾶται ἡ τάξις τῆς φύσεως, νικᾶται καί ὁ ὅρος τῆς τάξεως, ὅπου βούλεται ὁ Θεός. Διότι τό γεγονός αὐτό εἶναι ὑπέρ τήν φύσιν, ὑπερφυσικό. Γιατί ἐδῶ ἀδράνησε ἡ φύσις καί ἐνήργησε τό βούλημα, ἡ θεία βουλή τοῦ Δεσπότου. Ὤ χάριτος ἀφράστου καί ἀνεκδιηγήτου !  ὁ πρό αἰώνων Μονογενής Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ ἄπιαστος καί ἁπλοῦς καί ἀσώματος ἔλαβε τό φθαρτό καί ὁρατό ἀνθρώπινο σῶμα. Διατί; Διά νά διδάξῃ βλεπόμενος καί ἀφοῦ διδάξη νά χειραγωγήσῃ εἰς τό μή βλεπόμενον, εἰς τό Θεῖον καί ἄρρητον κάλλος καί εἰς τήν ἄκτιστον χάριν καί τήν θείαν δόξαν τοῦ Τρισαγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ».
 
       «Ὅπως ὁ τεχνίτης, παρατηρεῖ εἰς τήν συνέχειαν ὁ Χρυσορρήμων Πατήρ, ὅταν εὕρη ὕλη χρησιμώτατη κατασκευάζει ἕνα κάλλιστο σκεῦος, ἔτσι καί ὁ Χριστός, ἀφοῦ εὗρε ἅγιο καί τό σῶμα καί τήν ψυχήν τῆς Παρθένου Μαρίας, κατεκόσμησε διά τόν ἑαυτόν Του ἔμψυχο ναό, μέ τόν τρόπο πού ἠθέλησε πλάσας  τόν ἄνθρωπον, τήν ἀνθρώπινη φύσι, μέσα εἰς τήν γαστέρα τῆς Παρθένου καί ἀφοῦ τήν ἐφόρεσε ἐγεννήθη σήμερον, χωρίς νά ἐντραπῇ καί νά ἀποστραφῇ τήν ἀσχήμια πού εἶχε λόγῳ τῆς ἁμαρτίας ἡ φύσις τοῦ ἀνθρώπου. Οὔτε καί ἐθεώρησε ὕβριν ἤ ἀτιμίαν τό νά φορέσῃ τήν ἀνθρώπινη σάρκα πού εἶναι πλαστούργημά Του. Καί τό ἀνθρώπινο πλάσμα δέ ἐκαρποῦτο πολύ μεγάλη δόξα, καθώς ἔγινε ἔνδυμα τοῦ Τεχνίτου καί Πλαστουργοῦ Θεοῦ».
 
       Καί σέ ἄλλο σημεῖο προσθέτει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος : «Τί νά εἰπῶ ἤ τί νά ὁμολογήσω; Βλέπω ξυλουργόν, τόν δίκαιον Ἰωσήφ, καί φάτνην τῶν ζώων καί Θεῖο Βρέφος καί σπάργανα. Λοχεία Παρθένου χωρίς νά ὑπάρχουν τά ἀναγκαῖα διά τήν γέννησιν ἑνός παιδιοῦ. Ὅλα αὐτά ὡσάν ἐπακόλουθα τῆς φτώχειας, ὅλα γεμᾶτα πενία. Εἶδες πλοῦτο μέσα σέ μεγάλη πενία καί ἀνέχεια! Πῶς ἐνῷ ἦτο πλούσιος, ἐπτώχευσε χάριν ἡμῶν; πῶς οὔτε κλίνη, οὔτε στρῶμα εἶχε, ἀλλά τοποθετήθηκε σέ μιά ξερή φάτνη; Ὦ φτώχεια, ἡ ὁποία εἶναι πηγή πλούτου! Ὦ πλοῦτε πνευματικέ ἀμέτρητε, πού φέρνεις τό πρόσχημα τῆς πενίας!»
                Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ὁ Θεῖος Χρυσόστομος μᾶς ἐμύησε κατά τό δυνατόν εἰς τό μέγα καί παράδοξον Μυστήριον τῆς Θείας ἐνανθρωπήσεως. Εἰς τήν πτωχείαν τοῦ πλουσίου ἐν ἐλέει καί δι΄ἡμᾶς τούς ἀνθρώπους καί διά τήν ἡμετέραν σωτηρίαν πτωχεύσαντος Κυρίου καί Θεοῦ  καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. 

Ἡ πτωχεία, ἡ ἄκρα ταπείνωσις καί ἡ κένωσις Ἐκείνου εἴθε νά μᾶς διδάξῃ συνετίσῃ καί φωτίσῃ, ἅπαντας, Κληρικούς, Μοναχούς καί λαϊκούς, μέσα εἰς τόν κυκεῶνα τῆς ἠθικοπνευματικῆς, ἀλλά καί μεγάλης οἰκονομικῆς κρίσεως, εἰς τό νά γνωρίσωμε καί νά ἐπιτελέσωμε τό «ἀγαθόν καί εὐάρεστον καί τέλειον θέλημα» τοῦ Κυρίου μας. Νά ταπεινωθοῦμε ἀληθινά, νά πτωχεύσουμε ὡς πρός τήν κακία, τήν εὐτέλεια καί τήν ἁμαρτία∙  «ἵνα τῇ Ἐκείνου πτωχείᾳ πλουτήσωμεν». Νά ἀξιωθοῦμε τῆς Θείας χάριτος καί εὐλογίας τοῦ σαρκί νηπιάσαντος Κυρίου καί Θεοῦ ἡμῶν «νηπιάζοντες τῇ κακίᾳ, ταῖς δέ φρεσί τέλειοι γινόμενοι». 

Μέ αὐτόν τόν τρόπο καί μέ αὐτήν τήν θεοφιλῆ στάσιν μας ἐνώπιον τοῦ Θείου Βρέφους νά δυνηθοῦμε νά ἀγαπήσωμε τόν πλησίον μας ὡς ἑαυτόν καί νά συμπαρασταθοῦμε θεάρεστα  ἠ ἠθικά καί πνευματικά, ἀλλά καί ὑλικά, ὅσον ἠμποροῦμε, εἰς τούς προσερχομένους καί διερχομένους ἀπό τήν χώρα μας ἐμπερίστατους μετανάστες καί πρόσφυγες μή λησμονοῦντες ὅτι ὁ μέγας μετανάστης καί πρόσφυγας ἦταν ὁ Θεῖος Λυτρωτής μας εἰς τήν βρεφικήν Του ἡλικία, ὅταν διά τόν φόβον καί τήν ἀπειλήν τοῦ φοβεροῦ Ἡρώδη μετανάστευσε εἰς τήν Αἴγυπτο . 

Ὅθεν, ἀδελφοί μου, εὐχόμενος ἀπό καρδίας εἰρηνικά, εὐλογημένα, χαριτοφόρα καί δωροφόρα κατά Θεόν Χριστούγεννα εἰς ὅλους  σας καί εἰς τούς ἁπανταχοῦ τῆς γῆς διαβιοῦντας καί ἐργαζομένους ὁμογενεῖς ἀδελφούς μας, καί ἰδιαίτερα εἰς τούς ἐγγύς καί μακράν ναυτιλλομένους ἀγαπητοῦς μας ναυτικούς, διατελῶ,
Μετά πατρικῶν ἑορτίων εὐχῶν
Ὁ Μητροπολίτης
†Ὁ Κυθήρων Σεραφείμ