Σελίδες

Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2013

Ο νέος γενικός γραμματέας Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής, Νίκος Ζωίδης, μιλά στο «Ε» για το Αιγαίο και τα προβλήματά του

«Να πιέσουμε για πύκνωση δρομολογίων»

Ένας νησιώτης, ο Κώος, αλλά πολιτογραφημένος Ροδίτης τις τελευταίες δεκαετίες, Νίκος Ζωίδης, ανέλαβε πριν από λίγες μέρες το τιμόνι της Γενικής Γραμματείας Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής.

Ως νησιώτης, αλλά και ως πολιτικός με πολύχρονη εμπειρία στις νησιωτικές υποθέσεις (έξι χρόνια πρόεδρος του Λιμενικού Ταμείου Δωδεκανήσου, έξι χρόνια αντινομάρχης Δωδεκανήσου και πέντε χρόνια, την περίοδο 2007 - 2012, βουλευτής του Νομού του), ξέρει από πρώτο χέρι τι απασχολεί το Αιγαίο.

Όπως και ξέρει, απ’ ό,τι φαίνεται απ’ τη συνέντευξη που μας παραχώρησε, πως για να υπάρξουν λύσεις, χρειάζεται οι νησιώτες να τις διεκδικήσουν.

Αυτό ακριβώς προτείνει και για τις ακτοπλοϊκές συνδέσεις ο κ. Ζωίδης, επισημαίνοντας την ανάγκη να ασκήσουμε πιέσεις για να πυκνώσουν τα δρομολόγια, αλλά και για να εξασφαλιστεί μακροπρόθεσμα το μεταφορικό ισοδύναμο, που δικαιούνται και πρέπει να απαιτήσουν τα νησιά.

Έχοντας μόλις ολοκληρώσει την πρώτη σας πολυήμερη επίσκεψη στη Μυτιλήνη, τι εικόνα αποκομίσατε απ’ τις επαφές που είχατε, κατ’ αρχάς με τις υπηρεσίες και τα στελέχη της Γενικής Γραμματείας, αλλά και με τους φορείς της τοπικής κοινωνίας;

«Η πρώτη εντύπωση όσον αφορά τη Λέσβο ως τόπο, ως περιβάλλον, αλλά και όσον αφορά στους ανθρώπους της, για μένα ήταν ιδιαίτερα ικανοποιητική. Άριστη. Άλλωστε η “καρδιά” της Γραμματείας χτυπά στη Μυτιλήνη και παρ’ ότι υπάρχει η δυνατότητα να λειτουργώ ως γενικός και στον Πειραιά, εκτιμώ πως θα είμαι συνεχώς εδώ.

Βεβαίως, για να απαντήσω και στο ερώτημά σας, θέλω να είμαι ειλικρινής. Αναφορικά με το προσωπικό της Γενικής Γραμματείας διαπίστωσα ότι πρόκειται για ανθρώπους με ικανότητες και διάθεση για δουλειά, που όμως βρίσκονται σε μια διαρκή αγωνία για το μέλλον της ίδιας της Γραμματείας, και για το δικό τους εργασιακό. Είχαμε μια συζήτηση από καρδιάς, και με το σύνολο των υπαλλήλων, και με τους προϊσταμένους των υπηρεσιών, και με το Σύλλογο, και θέσαμε κοινούς στόχους για την ευόδωσή τους, για την παραπέρα πορεία της Γενικής Γραμματείας.

Με τους αιρετούς της αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού που είναι φίλοι από παλιά, ανταλλάξαμε απόψεις, και για τη γενική κατάσταση και τα προβλήματα που βιώνει η χώρα, και για τα επιμέρους προβλήματα που αντιμετωπίζει η Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου και η Λέσβος.

Διαπίστωσα και σ’ αυτούς μια αγωνία για το τι θα γίνει από εδώ και πέρα και καταθέσαμε τους κοινούς μας προβληματισμούς και τη συναπόφαση για το πώς θα πορευτούμε.»

Στις επαφές αυτές, συζητήσατε και για το μέλλον της Γενικής Γραμματείας; Πώς θεωρείτε ότι μπορεί να διατηρηθεί ή και να ενισχυθεί ο ρόλος της στο Αιγαίο, απομακρύνοντας έτσι κάθε ενδεχόμενο σενάριο για κατάργηση ή περαιτέρω υποβάθμισή της;

«Πέραν των πολιτικών αποφάσεων, οι οποίες προβλέπουν τη διατήρηση της Γενικής Γραμματείας, η ύπαρξή της εξαρτάται απ’ την ανάδειξη του σημαντικού της ρόλου και από την αποτελεσματικότητα που θα επιδείξει σε όσα αυτήν τη στιγμή είναι το αντικείμενο των δραστηριοτήτων της. Εδώ σημειώνω ότι εναπόκειται σ’ εμάς τους ίδιους, όχι μόνο να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να αναδείξουμε αυτόν το ρόλο, αλλά να πείσουμε ότι πρέπει να διευρύνουμε τους ορίζοντες της δράσης της Γενικής Γραμματείας ως δομής, που αποκλειστικό ρόλο έχει τη μεγιστοποίηση των όσων πρέπει να γίνουν για το νησιωτικό χώρο.»

Οργανόγραμμα

Ποιες σκέφτεστε να είναι οι πρώτες σας παρεμβάσεις για τα ζητήματα που άπτονται των αρμοδιοτήτων σας;


«Κατ’ αρχήν είμαστε σε μια περίοδο όπου με βάση τις κεντρικές πολιτικές αποφάσεις, οριστικοποιείται το οργανόγραμμα της νέας δομής της Γραμματείας. Επομένως, ήδη έχουμε αναλυθεί σε έναν αγώνα μαζί με τα υπηρεσιακά στελέχη για τη σύνταξη ενός λειτουργικού, ευέλικτου και αποτελεσματικού οργανισμού. Αυτό γίνεται σε αναφορά με την προσπάθεια που καταβάλλεται σ’ όλη τη χώρα για την αναδιάρθρωση του δημόσιου τομέα.

Στη συνέχεια, σε επίπεδο πολιτικής λειτουργίας, συγκαταλέγεται στις πρώτες προτεραιότητες η παρακολούθηση του νομοθετικού έργου όσον αφορά στην εφαρμογή της ρήτρας της νησιωτικότητας, με την υλοποίηση όσων διαλαμβάνονται σε προηγούμενες νομοθετικές πρωτοβουλίες, που είναι ήδη νόμοι του κράτους αλλά δεν εφαρμόστηκαν, όπως π.χ. το Συμβούλιο Νησιωτικής Πολιτικής, το οποίο πρέπει να λειτουργήσει, αλλά και το Ινστιτούτο Νησιωτικότητας.

Η ίδρυση και ενεργοποίηση στους κόλπους της Γραμματείας μιας δομής που θα απασχολείται με τα ευρωπαϊκά δρώμενα, όσο κι αν αυτό φαίνεται ρομαντικό, και θα παρεμβαίνει όπου μπορεί, επίσης είναι κεντρικός στόχος, - κάτι σαν ευρωπαϊκό παρατηρητήριο -, ώστε να παρεμβαίνουμε ακόμη και με τη διεκδίκηση προγραμμάτων που αφορούν στο νησιωτικό χώρο.

Και βέβαια, η επίλυση των καθημερινών προβλημάτων που αναφύονται στα νησιά, όπως είναι οι μεταφορές που ήδη παρουσιάζουν προβλήματα, η εξασφάλιση των αναγκών για την επιβίωση των κατοίκων ακόμη και του πιο μικρού νησιού, όπως π.χ. οι υδροδοτήσεις.

Φυσικά στις παρεμβάσεις περιλαμβάνεται κι ό,τι άλλο έχει να κάνει με την προσπάθεια προστασίας του περιβαλλοντικού και πολιτισμικού μας πλούτου, η δυνατότητα εξασφάλισης απασχόλησης και προώθησης-ανάδειξης τομέων που δημιουργούν πλούτο στην περιοχή μας, όπως ο τουρισμός και ο πρωτογενής τομέας. Όλα αυτά είναι θέματα που απασχολούν και τους κατοίκους και προφανώς τη Γενική Γραμματεία.»

Διπλό πρόβλημα

Σε κυρίαρχο ζήτημα στο Βόρειο Αιγαίο αναδεικνύεται το ακτοπλοϊκό. Και δεν τίθεται θέμα μόνο για τις άγονες επιδοτούμενες γραμμές, αλλά και για τις ελεύθερες, η συχνότητα των οποίων έχει μειωθεί δραματικά. Λέσβος, Λήμνος, Χίος, Σάμος, Ικαρία, αλλά και τα μικρότερα νησιά, βιώνουν έναν πρωτόγνωρο αποκλεισμό διά θαλάσσης, αρκούμενα το πολύ σε τρία δρομολόγια εβδομαδιαίως με Πειραιά ή Λαύριο, εάν και όποτε γίνουν (π.χ. περίπτωση Λήμνου). Φαίνεται, μάλιστα, ότι η κατάσταση αυτή θα συνεχιστεί για όλο το επόμενο διάστημα μέχρι την επόμενη θερινή περίοδο. Θα παρέμβετε και προς ποια κατεύθυνση;

«Δε θα διαφωνήσω καθόλου με τη διαπίστωσή σας. Εδώ το πρόβλημα ανάγεται σε δύο επίπεδα. Το πρώτο είναι ο περιορισμός των πιστώσεων που διατίθενται για τη χρηματοδότηση γραμμών δημόσιας υπηρεσίας, οι λεγόμενες άγονες γραμμές. Η οικονομική κατάσταση της χώρας επέβαλλε περιορισμό των πιστώσεων και σ’ αυτό τον τομέα, και επομένως αδυναμία χρηματοδότησης όσων γραμμών χρειάζονται.

Το δεύτερο επίπεδο ανάγεται στο πρόβλημα που εμφανίζεται στο χώρο της ακτοπλοΐας: οικονομικά προβλήματα των εταιρειών, έλλειψη επαρκούς αριθμού πλοίων και άρα έλλειψη ενδιαφέροντος δρομολόγησης πλοίων για να καλύψουν τις ανάγκες μας. Αυτές οι δυσκολίες των εταιρειών επιτείνονται απ’ τη μικρή επιβατική κίνηση που παρουσιάζεται στα νησιά κατά τη χειμερινή περίοδο.
Εδώ το πρόβλημα εμφανίζεται δύσκολο, και γιατί η οικονομική πραγματικότητα της χώρας μας είναι συγκεκριμένη και δύσκολα αναστρέψιμη, και γιατί δεν είναι δυνατόν να επιβάλεις γραμμές δημόσιας υπηρεσίας σε νησιά που δεν μπορούν επ’ ουδενί να χαρακτηριστούν ότι μπορούν να καλυφθούν από τις λεγόμενες άγονες γραμμές.

Βραχυπρόθεσμα θα πρέπει να ασκήσουμε πιέσεις προς την κεντρική εξουσία αναδεικνύοντας την αναγκαιότητα πύκνωσης των δρομολογίων και μακροπρόθεσμα να επιχειρήσουμε τη θέσπιση νομοθετημάτων π.χ. μεταφορικό ισοδύναμο που θα προβλέπει την υποχρέωση της Πολιτείας - εγώ θα έλεγα και της Ευρωπαϊκής Ενωσης - να ικανοποιήσει το δικαίωμα του νησιώτη, και υπογραμμίζω τη λέξη δικαίωμα, να έχει ίση μεταχείριση όσον αφορά την επικοινωνία, με τον κάτοικο της ηπειρωτικής χώρας.»

Μια και είμαστε στο ακτοπλοϊκό, υπάρχει σε εξέλιξη κάποιος σχεδιασμός για βελτιώσεις και στα δρομολόγια της άγονης γραμμής;

«Όσον αφορά τις άγονες γραμμές, στο τελευταίο Συμβούλιο Ακτοπλοϊκών Συγκοινωνιών εγκρίθηκε μια σειρά δρομολογίων και πέραν των διατεθειμένων πιστώσεων, και ανελήφθη η υποχρέωση καταβολής προσπάθειας εξεύρεσης των απαιτούμενων πόρων γιατί αυτά τα δρομολόγια κρίθηκαν απαραίτητα.

Εμείς είμαστε υποχρεωμένοι να πιέζουμε διαρκώς προς το Υπουργείο Οικονομικών για την εξασφάλιση των πόρων που απαιτούνται.»

Δικαίωμα και απαίτηση το μεταφορικό ισοδύναμο

Αλήθεια, υπάρχει καμμία εξέλιξη στην προσπάθεια για το νησιωτικό μεταφορικό ισοδύναμο, θέμα που οι φορείς του Νοτίου Αιγαίου έχουν αναδείξει σαφώς περισσότερο απ’ τους αντίστοιχους του Βορείου;

«Εμείς, και προσωπικά ως αντινομάρχης όπως και ως βουλευτής, αλλά κι όλοι οι αιρετοί στο Νότιο Αιγαίο, είχαμε αναγάγει τη θέσπιση του μεταφορικού ισοδυνάμου σε πρώτης προτεραιότητας θέμα πολιτικής διεκδίκησης. Υπήρξαν άνθρωποι όπως ο αείμνηστος δήμαρχος Τήλου Τάσος Αλιφέρης, που το είχαν θέσει ως στόχο ζωής και είχαν καταβάλει επίπονες και διαρκείς προσπάθειες για αυτό, σε όλα τα επίπεδα. Απ’ την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι επίτροποι Περιφερειακής Χούπνερ και Μεταφορών Νταγιάνι, που γνωμοδότησαν θετικά, μέχρι της εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις, που συγκατένευσαν, φτάσαμε αρκετές φορές πολύ κοντά.

Βέβαια ήταν άλλες οι εποχές όσον αφορά στα δημοσιονομικά πράγματα της χώρας μας και άλλες οι σημερινές συνθήκες. Οφείλω να αναγνωρίσω φυσικά ότι τελικά δεν τα καταφέραμε και η ευθύνη για αυτό ανάγεται στην κεντρική πολιτική εξουσία της χώρας μας. Για μας όμως, για το πολιτικό προσωπικό του Αιγαίου, θα επαναλάβω ότι αυτό δεν είναι απλώς στόχος και παράκληση, αλλά είναι δικαίωμα και απαίτηση. Εξακολουθεί να παραμένει, λοιπόν, στις πρώτες θέσεις της ατζέντας των πολιτικών μας διεκδικήσεων. Δεν το ξεχνάμε, θα το παλέψουμε έστω σε επίπεδο θεσμοθέτησης, με ελπίδα την υλοποίησή του μόλις αυτό είναι εφικτό, ανάλογα με την πορεία που θα έχει η χώρα μας.»

Σε επίπεδο θεσμικό, προσανατολίζεστε σε ρυθμίσεις και ποιες συγκεκριμένα, που θα συμβάλλουν στην εφαρμογή των προβλέψεων για τη νησιωτικότητα;

«Δε θέλω να υπερτονίσω τις δυνατότητες που έχει η Γενική Γραμματεία και να δώσω ελπίδες στους νησιώτες που μπορεί να αποδειχθούν φρούδες. Η δέσμευση ανάγεται στην καταβολή κάθε προσπάθειας. Η επιτυχία είναι ο συγκερασμός πολλών συνιστωσών, απ’ τις οποίες εξαρτάται το τελικό αποτέλεσμα.»

Αισθάνεστε ότι έχετε τις δυνατότητες, τα περιθώρια, την ευχέρεια των κινήσεων για όλα αυτά τα σχέδια;

«Με όσα είπα προηγουμένως, εκφράζω τις προσωπικές μου βλέψεις, αλλά εκτιμώ ότι όλοι οι νησιώτες τις ασπάζονται. Δεν εθελοτυφλώ όμως. Όλα αυτά συναρτώνται απ’ τις αποφάσεις της πολιτικής εξουσίας. Καμμία πολιτική εξουσία, βέβαια, πιστεύω ότι δε θέλει ένα Αιγαίο που να μην ευημερεί και κατοίκους όχι ικανοποιημένους σ’ αυτό. Εναπόκειται σε μας λοιπόν να αναδείξουμε τους στόχους μας, να τους τεκμηριώσουμε, για να έχουμε πιθανότητες να ευελπιστούμε όπως με ρωτήσατε.»

Είστε αποφασισμένος να έρθετε και σε ρήξεις;

«Ως γενικός γραμματέας του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου υποχρεούμαι να ακολουθήσω την κυβερνητική πολιτική. Βεβαίως τις αποφάσεις τις παίρνει η πολιτική ηγεσία. Δε βλέπω όμως γιατί ο κάθε εκπρόσωπος της πολιτικής ηγεσίας δεν μπορεί να αποδεχθεί πολιτικές που ανάγονται σε στόχους που προφανώς είναι και δικοί του. Εμείς είμαστε αποφασισμένοι να θέτουμε τα προβλήματα με επεξεργασμένες λύσεις. Δε διαχωρίζω τον εαυτό μου απ’ την πολιτική ηγεσία. Αν κινηθούμε, και με βάση τη λογική και το δίκαιο, εκτιμώ ότι θα εξαρτηθεί απ’ τις πραγματικές δυνατότητες που έχει η χώρα, η πορεία των πραγμάτων στο νησιωτικό χώρο.»

Με τι δράση θα θέλατε να συνδέσετε τη θητεία σας ως Γενικός Γραμματέας;

«Το μόνο που θα ήθελα να πω, είναι ότι πιστεύω βαθιά πως η νησιωτικότητα, η ιδιαιτερότητα δηλαδή που βιώνουμε ως κάτοικοι του Αιγαίου, μπορεί να αποτελέσει το συγκριτικό μας πλεονέκτημα. Μέχρι τώρα φαίνεται μειονεξία. Εκτιμώ όμως, το πιστεύω βαθιά όπως σας είπα, ότι μπορούμε να πετύχουμε τέτοια πράγματα, που αυτή η νησιωτικότητα να γίνει ο λόγος της καλύτερης διαβίωσης των νησιωτών. Έτσι δε θα λέμε μόνο ότι είμαστε περήφανοι γιατί φυλλάττουμε Θερμοπύλες, αλλά είμαστε καλύτεροι γιατί ακολουθούμε διαχρονικά μια παράδοση όπου πάντα οι νησιώτες ήταν πρωτοπόροι, εκτός απ’ τον πολιτισμό, και στην οικονομική ανάπτυξη.»

Και τώρα όμως, μεσούσης της κρίσης, τα νησιά είναι σε καλύτερη οικονομική μοίρα;

«Στα νησιά υπάρχει το συγκριτικό πλεονέκτημα να έχουμε ζωντανό και αποδοτικό το μοναδικό στέρεο πυλώνα της οικονομίας, τον τουρισμό. Επομένως έχουμε ποσοστά μικρότερης ανεργίας απ’ την υπόλοιπη χώρα, έστω και εποχικά, αλλά και εισροή πρωτογενών πόρων. Βέβαια αυτό το συγκριτικό μας πλεονέκτημα οφείλουμε να το μεγιστοποιήσουμε καλύπτοντας ελλείψεις στις υποδομές μας, που δυστυχώς ακόμη υφίστανται, όπως π.χ. βελτίωση οδικού δικτύου Λέσβου, ενεργειακή θωράκιση των νησιών μας (Λέσβο και Ρόδο), κι ό,τι άλλο όσον αφορά τις υποδομές, που δε θα έπρεπε τώρα να συζητάμε.

Η θεραπεία αυτών των ελλείψεων, πέρα του ότι σε εμάς τους νησιώτες θα δώσει τη δυνατότητα απασχόλησης και αξιοπρεπούς διαβίωσης, θα μεγιστοποιήσει και το εθνικό ισοζύγιο και άρα θα βελτιώσει τη συνολική εικόνα της χώρας.»
---------------------------------------------------
Πηγή: nemprosnet.gr-Μαρίνα Πολλάτου
---------------------------------------------------