Σελίδες

Τρίτη 19 Απριλίου 2011

Εκπλήξεις από τις «σαυρονησίδες» του Αιγαίου

Τι πιθανότητες υπάρχουν να βρεθούν νέα είδη σπονδυλοζώων στον ελληνικό χώρο;
Μικρές, θα ήταν μια λογική απάντηση στο ερώτημα, καθώς δεν διαθέτουμε μια ζούγκλα όπως αυτή του Αμαζονίου ούτε άλλου τύπου απροσπέλαστες περιοχές.



Και όμως, δύο νέα είδη σαυρών ήρθαν πρόσφατα να προστεθούν στην ερπετοπανίδα της χώρας μας! Η μία είχε αρχικά ταξινομηθεί ως υποείδος και μόνο η ανάλυση του DNA της απέδωσε το status που της άξιζε.
Οσο για την άλλη, ούτε λίγο ούτε πολύ περίμενε την ανακάλυψή της από τους επιστήμονες 5 εκατομμύρια χρόνια!

Το φως του DNA

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή: το 1992, μια ομάδα βιολόγων από το Πανεπιστήμιο των Αθηνών εξερευνά, με χρηματοδότηση του Ιδρύματος Λεβέντη, τις βραχονησίδες του Αιγαίου.

Στόχος της αποστολής είναι η καταγραφή των ειδών της χλωρίδας και της πανίδας των βραχονησίδων. Οι ερευνητές φτάνουν στα Αντικύθηρα και από εκεί περνούν στις βραχονησίδες Πρασονήσι και Λαγούβαρδος.

Η πρόβλεψη είναι ότι οι βραχονησίδες θα στερούνται σαυρών και ειδικότερα το είδος Podarcis erhardii, το οποίο απουσιάζει τόσο από τα Κύθηρα όσο και από τα Αντικύθηρα.

Η πρόβλεψη όμως ανατρέπεται και οι ερευνητές συλλέγουν σαύρες και από τις δύο βραχονησίδες.

Την επιστροφή της ομάδας στην Αθήνα ακολουθεί η ταξινόμηση των ειδών που είχαν συλλεχθεί κατά τη διάρκεια της αποστολής.

«Με βαριά καρδιά» ταξινομήθηκε η σαύρα των βραχονησίδων στο είδος Podarcis erhardii, σύμφωνα με τον δρ Ευστράτιο Βαλάκο, επίκουρο σήμερα καθηγητή στο τμήμα Βιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος της τότε αποστολής.

Βλέπετε, η ταξινόμηση των σαυρών την εποχή εκείνη γινόταν με βάση τα μορφολογικά χαρακτηριστικά τους και το γένος Podarcis, το οποίο αποτελεί το κύριο γένος σαυρών της Νοτίου Ευρώπης με 17 ξεχωριστά είδη, εμφανίζει εκτεταμένη ενδοειδική ποικιλομορφία.

Με άλλα λόγια, μπορεί δύο σαύρες να ανήκουν στο ίδιο είδος, αλλά κάποια μορφολογικά χαρακτηριστικά τους να διαφέρουν με βάση την εποχή του χρόνου ή τη γεωγραφία.

Την ίδια χρονική περίοδο, ένα είδος σαύρας το οποίο ενδημεί στην Κρήτη κατηγοριοποιείται ως υποείδος και ονομάζεται Podarcis erhardii cretensis.
Αυτό εντοπίζεται μόνο στη Δυτική Κρήτη (από τον Ψηλορείτη και δυτικότερα), καθώς και σε όλες τις βραχονησίδες γύρω από το νησί. Απουσιάζει όμως από την Ανατολική Κρήτη.

Από το 1992 ως σήμερα άλλαξαν πολλά για την ερευνητική ομάδα που διασκορπίστηκε.
Μεταξύ άλλων, ο επιστημονικός υπεύθυνος της αποστολής δρ Μωυσής Μυλωνάς δέχθηκε τη θέση του αναπληρωτή καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης (σ.σ.: σήμερα καθηγητής), «παρασύροντας» μια πλειάδα ανθρώπων, μαζί με τους οποίους άρχισε τη δημιουργία του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας.

Το ερευνητικό όμως πρόγραμμα που είχε ξεκινήσει στις αρχές του 1990 δεν ξεχάστηκε.
Ετσι, όταν ωρίμασαν οι συνθήκες, όταν δηλαδή αναπτύχθηκαν μοριακές μέθοδοι που επιτρέπουν την ταξινόμηση των ειδών, οι σαύρες ξαναμπήκαν στο «μικροσκόπιο».

 Ολες οι συλλογές σαυρών του μουσείου, καθώς και ορισμένες από το Μουσείο της Βόννης (στο οποίο είχαν φτάσει από γερμανούς φυσιοδίφες του περασμένου αιώνα) εξετάστηκαν από τον δρ Νίκο Πουλακάκη, ο οποίος αξιοποίησε το μιτοχονδριακό DNA τους για να δημιουργήσει το φυλογενετικό δένδρο των ελληνικών σαυρών.

Σύμφωνα με πρόσφατο άρθρο της ερευνητικής ομάδας, το οποίο είναι υπό δημοσίευση στο επιστημονικό περιοδικό του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας του Λονδίνου «Systematics and biodiversity» και υπογράφεται επίσης από τον δρ Π. Λυμπεράκη και τη βιολόγο Α. Κολιοντζοπούλου, η σαύρα των βραχονησίδων Πρασονήσι και Λαγούβαρδος αποτελεί ένα ξεχωριστό είδος.

Και όχι μόνο αυτό: η σαύρα αυτή, η οποία ονομάστηκε Podarcis levendis (για να τιμηθεί το ίδρυμα χωρίς τη χρηματοδότηση του οποίου πιθανόν η σαύρα να παρέμενε ακόμη άγνωστη) διαχωρίστηκε από τις υπόλοιπες πριν από 5 εκατομμύρια χρόνια!

Σύμφωνα με τον δρ Βαλάκο «η μοναδικότητα της Podarcis levendis την καθιστά ιδανική για να αποτελέσει τη βάση για τη χρονολόγηση της εξέλιξης των σαυρών του Αιγαίου».

Περιβάλλον και κληρονομικότητα

Η ίδια ανάλυση έδειξε ότι η Podarcis erhardii cretensis δεν είναι υποείδος, αλλά είδος και ως εκ τούτου μετονομάστηκε σε Podarcis cretensis.

Και αυτό το είδος φαίνεται να έχει διαχωριστεί από τις προγονικές μορφές πριν από 5 εκατομμύρια χρόνια.
Ετσι, τα δύο είδη επιτρέπουν στους ερευνητές να διενεργήσουν συγκριτικές μελέτες προκειμένου να αποφανθούν σχετικά με το ποια από τα βιολογικά χαρακτηριστικά των σαυρών του Αιγαίου είναι αποτέλεσμα της επίδρασης του περιβάλλοντος και ποια είναι αποτέλεσμα της κληρονομικότητας.

Είναι προφανές ότι η ανακάλυψη των νέων αυτών ειδών δεν σήμανε και την ολοκλήρωση του ερευνητικού προγράμματος.

Το επόμενο ζητούμενο των επιστημόνων είναι η αναζήτηση των λόγων για τους οποίους ηPodarcis cretensis δεν υπάρχει στην Ανατολική Κρήτη (να ευθύνεται άραγε κάποιο παράσιτο ή κάποιος θηρευτής για αυτή την απουσία;).

Επιπροσθέτως, τα συμπεράσματα των συγκριτικών μελετών μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη χάραξη αποτελεσματικής πολιτικής για την προστασία των νησιωτικών οικοσυστημάτων. Τέλος, θα γίνει προσπάθεια να καταστεί προστατευόμενο είδος η Podarcis levendis.

Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι επειδή δεν είναι ακόμη προστατευόμενο είδος δεν έχει ανάγκη από τη φροντίδα μας.

Αν λοιπόν οι σκαφάτοι του καλοκαιριού βρεθείτε στις βραχονησίδες, οι οποίες είναι εξαιρετικά μικρές, θυμηθείτε: μια ξεχασμένη φωτιά θα μπορούσε να αφανίσει σε μισή μέρα ό,τι η εξέλιξη διατήρησε 5 εκατομμύρια χρόνια...
---------------------------------------------------
Πηγή: ΤΟ ΒΗΜΑ-ΙΩΑΝΝΑ ΣΟΥΦΛΕΡΗ
---------------------------------------------------