Σελίδες

Παρασκευή 1 Απριλίου 2011

Δύο μηνύματα...

Η Μαίρη Π. είναι για μένα η κύρια πηγή πληροφόρησης, ως προς το τι συμβαίνει και τι κυκλοφορεί στον κυβερνοχώρο. Δηλαδή, ό,τι είναι η Σαουδική Αραβία για τις ΗΠΑ, σʼ ό,τι αφορά την προμήθεια πετρελαίου. (Προς στιγμή, πήγα να βάλλω τη Λιβύη σαν παράδειγμα, αλλά το θέμα θα ξεστράτιζε.
 
Άσε που η χώρα του Καντάφι παράγει το 3% του πετρελαίου, στον κόσμο… δηλ. μπαίνει - δεν μπαίνει … στη Βουλή των πετρελαιοπαραγωγών χωρών. Κάτι σαν τον ΣΥΡΙΖΑ ή τους Οικολόγους, με άλλα λόγια.
 
Όμως, αν η χώρα μας είχε την παραγωγή αυτή, θα είχε λύσει το πρόβλημά της –ή θα είχε δημιουργήσει μεγαλύτερο, λίγο με τους άφραγκους σοσιαλιστές και λίγο με τους κατʼ επάγγελμα διαπλεκόμενους… Κι αν πιστέψουμε, πως το Αιγαίο και η Λεκάνη του Ηροδότου είναι ένας ταπεινός «φερετζές», που καλύπτει ένα από τα μεγαλύτερα κοιτάσματα πετρελαίου και ότι δεν το αποτολμούμε για να μην προκαλέσουμε τους εξ ανατολών γείτονές μας… Είδατε; Δεν σας το είπα πως θα ξεστράτιζε η συζήτησή μας; Τι το ήθελα κι έβαλα τις λέξεις «πετρέλαιο» και «Λιβύη». Στην άκρη, μʼ αυτά, λοιπόν!).
 
Επανερχόμαστε στη Μαίρη. Ανάμεσα στο 138 mail που μου έστειλε τις τελευταίες δέκα μέρες, θα σας παρουσιάσω δύο, που αν και θαρρώ ότι τα έχω ξαναδιαβάσει, είναι ζωντανά και διαβάζονται ευχάριστα.
 
Το ένα αναφέρεται στο μακρινό παρελθόν και το άλλο στο πρόσφατο.
 
Όπως συμβαίνει με τα κείμενα αυτά, οι συγγραφείς τους δεν είναι γνωστοί και κυρίως, δεν είναι απαραίτητο να συμφωνούν όλοι με όλα που γράφονται. Έχουν, όμως, γούστο και κυρίως, είναι επίκαιρα.
 
Το πρώτο, λέει:
 
«Τη δεκαετία του `70 τη θυμάμαι σαν χθες. Κυκλοφορούσαν παντού τα Fiat 127, τα Zastava, και οι μηχανές Floretta. Οι σπορτίφ τύποι είχαν Autobianchi Abarth (με 53 άλογα,ιθικιιοιιυιιιιιιιιι παρακαλώ), και οι σώφρονες Austin Morris Allegro!
 
Το σάντουιτς με γύρο κόστιζε 3 δραχμές (σ.σ.δηλαδή, λιγότερο από 1 λεπτό του euro), με σουτζουκάκι 2 (σ.σ. δηλ. με σημερινά λεφτά… τζάμπα), και το λεωφορείο μία δραχμή (με πάσο 50 λεπτά). Αν έδινες εικοσάρικο (σ.σ. ούτε 0,06 euro), ο εισπράκτορας ή ο σουβλατζής σε μάλωνε, διότι δεν είχε να στο χαλάσει. Τόσο καλά...
 
Και μετά ήρθε η δεκαετία του 80. Και ο σοσιαλισμός. Και γέλασε το χείλι του κάθε πικραμένου. Το δημόσιο άνοιξε τις πόρτες του στον κάθε αναξιοπαθούντα που δήλωνε σοσιαλιστής, η Ελλάδα απέκτησε «ανεξάρτητη» διεθνή φωνή, μια νέα τάξη αναδύθηκε απ` το πουθενά, και οι ρεμούλες έγιναν κανόνας.
 
Η χαρά του αφισοκολλητή... Το βασίλειο της συνδικαλιστικής αυθαιρεσίας. Όπως και της φτηνής ρητορικής. «Έξω οι βάσεις του θανάτου», «Ζήτω η Λιβύη», «Μελετήστε το “Πράσινο βιβλίο” του Καντάφι», (σ.σ. καμία σχέση με την οικολογία και το περιβάλλον) και άλλα πολλά παρόμοια. Ώσπου ήρθε το τέλος. Τα αναπόφευκτα σκάνδαλα οδήγησαν σε ειδικά δικαστήρια, ψευδεπίγραφους κήνσορες, και στο «Τσοβόλα δώστα όλα», και από κει πάνε κι` άλλοι.
 
90's... και σκάει μύτη ο Μητσοτάκης με τον Μαυρίκη... Τη δεκαετία του `90 που ακολούθησε, τα κεφάλια μπήκαν κάπως μέσα, αλλά τότε ήταν που ανδρώθηκαν τα πραγματικά λαμόγια. Τα σκυλάδικα γνώρισαν πιένες. Η Λιάνη ήταν απλά η κορυφή του παγόβουνου. Πίσω της υπήρχε μια ολόκληρη συνομοταξία πεινασμένων και συνάμα αγριεμένων ασύδοτων. Με το χαμόγελο της Κολυνός (σ.σ. Κολυνός ήταν η πρώτη ελληνική οδοντόκρεμα σε σωληνάριο, που κράτησε ως τις αρχές του ʼ80). «Σοσιαλιστικά» βαμπίρ. Και έτσι είδαμε το μοναδικό φαινόμενο, η κάθε γειτονιά να έχει και από μια ΕΛΔΕ, όπως κάποτε είχε από μια ντισκοτέκ. Χαμός στο ίσιωμα. Κόσμος και κοσμάκης καταχρεώθηκε για να μπορεί να γίνει «παίκτης».
 
Κάποιοι όμως ανησυχούσαν από τότε. Είχαν υπόψη τους τη λευκή βίβλο της ΕΟΚ, που ελάχιστη της δόθηκε δημοσιότητα.
 
2000 ..... και μετά ήρθε το ευρώ. Στην αρχή χαρήκαμε, καθότι αισθανθήκαμε Ευρωπαίοι. Το χρόνιο όνειρο της ψωροκώσταινας. Μέχρι που συνειδητοποιήσαμε πως το ευρώ, που είχε κλειδώσει στις 340 δραχμές, ισοδυναμούσε με το παλιό κατοστάρικο. Κάποτε αγοράζαμε το φραπέ 140 δραχμές και σκοτωνόμασταν με τον σερβιτόρο για τα ρέστα από τις 150. Τώρα έφτασε το φραπέ στα 5 ευρώ και αισθανόμαστε γύφτοι αν δεν αφήσουμε 1 euro πουρμπουάρ (340 δραχμές παρακαλώ).
 
 Παρ' όλα αυτά, λίγο τα ευρωπαϊκά πακέτα, λίγο η Ολυμπιάδα, λίγο η τραπεζική απελευθέρωση της δανειοδότησης, λίγο η στρεβλή ανάπτυξη, λίγο η καρακατσουλίστικη TV μας, και γίναμε όλοι μπρούκληδες. Πήξαμε να βλέπουμε BMW και Μερτσέντες αγορασμένες με 136 άτοκες(!) δόσεις. Γεμίσαμε από «χάϊ» τυπάδες και αισθησιακές μοντέλες (όλες ξανθιές) γκλαμουράτες. Εκεί που κάποτε βλέπαμε μόνο μουσάτους αγωνιστές, και αξύριστες κνίτισες, γεμίσαμε από τεκνά και σεξοβόμβες.
 
50 τηλεοπτικά κανάλια η Νέα Υόρκη; 150 εμείς. Home Cinemas, Pentium, Playstation, lap tops, flat screen 42 inch HD TV's, και πάει λέγοντας... Όχι παίζουμε… Και να σου Ολυμπιάδα σούπερ φαντεζί, και να σου ευρωπαϊκό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου, και πίσω και σας φάγαμε κουφάλες λιγούρηδες Ευρωπαίοι. Ελλάδα ρεεε!!!...
 
Ναι, αλλά ήρθε πλέον και η ώρα του λογαριασμού. Με φύκια δεν φτιάνεις μεταξωτές κορδέλες. Η αιώνια σοφία του απλού λαού επαληθεύτηκε για μια ακόμη φορά. Όλα ήταν σικέ. Τεράστιο το έλλειμμα, τεράστιο το δημόσιο χρέος, και πάπαλα οι σωτήρες πολιτικοί μας. Ανθρωπάκια και αυτοί, που ψάχνουν να κάνουν τη καλή τους με καμιά γρηγοράδα. Και μετά μην τους είδατε, μην τους απαντήσατε. Πάντα φταίνε οι προηγούμενοι.
 
Και να ʽμαστε ξανά -μανά, εσείς και εγώ, οι μέσοι Έλληνες δηλαδή, ενώπιοι ενωπίω του ΔΝΤ και του κάθε κυρίου Τρισέ. Της σκληρής πραγματικότητας.
 
Και ξαφνικά έντρομοι συνειδητοποιούμε, πως τελικά οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι δεν μας πολυσυμπαθούν. Ήταν όλα μια αυταπάτη. Τους αρέσουν τα τζατζίκια και οι παραλίες μας, αλλά πέραν τούτων... τίποτα. Μας απεχθάνονται και μας θεωρούν τσαμπατζήδες και απατεώνες.
 
Και ο κύκλος κλείνει… Μας βλέπω ξανά με λαχανί Zastava και πειραγμένα Lada (με 6 προβολείς ομίχλης) να κάνουμε κόντρες στις παραλιακές. Αν φυσικά υπάρχουν χρήματα για βενζίνη. Αλλιώς υπάρχουν και τα παπάκια (με φωσφοριζέ ζάντες) για τα τρελά γούστα.
 
Το ride είναι over, που λένε και οι Αμερικάνοι σύμμαχοί μας. Το ελληνικό λούνα –παρκ, τελείωσε. Εκτροχιάστηκε, όπως στις ταινίες με το δαιμονισμένο τρενάκι του τρόμου. Ήταν όμως εντυπωσιακό όσο κράτησε. Και όσοι το πρόλαβαν το απόλαυσαν.
 
Οι υπόλοιποι ας πρόσεχαν. Γεννήθηκαν αργά...»
 
Αυτά, λοιπόν, όσον αφορά το πρώτο μήνυμα της Μαίρης.
 
Το δεύτερο, φαίνεται να είναι από κάποιον που βλέπει τα δύσκολα από τη θετική πλευρά τους. Λέει: 
  •  «Μʼ αρέσει που όταν λέω για αύξηση στο αφεντικό μου δε με αγριοκοιτάζει αλλά ξεκαρδίζεται στα γέλια. Άσε που έδιωξε κάνα δυο που δε μου άρεσε η μούρη τους…
  •  Μʼ αρέσει που πολλοί φίλοι μου μετανάστευσαν για καλύτερο μέλλον, γιατί θα έχω extra προορισμούς διακοπών στο εξωτερικό. Άσε που όλο και κάτι θα στέλνουν τις γιορτές!
  • Μʼ αρέσει που ακρίβυνε η βενζίνη και είναι απλησίαστη. Και κουνάω λιγότερο το αμάξι, γιατί αυτό σημαίνει ότι θα το έχω για περισσότερα χρόνια. Κάνω καλό στην καρδιά μου και είμαι και πολύ μούρη όταν προτείνω σε φίλους να πάμε τσάρκα με το αμάξι στην εθνική. Άσε που όταν πάμε για μπάνιο το καλοκαίρι τσοντάρουν πια όλοι για βενζίνη, ενώ παλιά κάναν τον κινέζο!
  • Μʼ αρέσει που τα καφενεία έχουν γεμίσει άνεργους επιστήμονες με 2 μεταπτυχιακά. Πλέον πας για ουζάκι και αντί για μπάλα συζητάς για μαύρες τρύπες τουλάχιστον.
  • Μʼ αρέσει που οι σερβιτόροι άρχισαν να λένε πάλι ευχαριστώ, όσα λίγα και να είναι τα «τιπς» που θα τους δώσουν. Επιπλέον για τις γκόμενες, είσαι σίγουρος πια 100% ότι δε σε θέλει για τα λεφτά σου. 
  • Μʼ αρέσει που ο κουλουρτζής έξω από τα μπουζούκια έχει πιο πολλή δουλειά από τη λουλουδού μέσα στα μπουζούκια.
  • Μʼ αρέσει ο καφές που κερδίζω στο τάβλι με φιλαράκια. Αποτελεί το 2% του μισθού μου που σημαίνει ότι σε 50 παρτίδες έχω βγάλει ένα μισθό.
  • Μʼ αρέσει που θα κόψουν τα επιδόματα. Δεν άντεχα να περιμένω σε ουρές όρθιος.
  • Μʼ αρέσει που το μέλλον της χώρας είναι αβέβαιο, γιατί σε όλους μας έλειπε λίγο πολύ η περιπέτεια στη ζωή μας.
  • Μʼ αρέσει που την έχουν δει ξαφνικά όλοι οικολόγοι, και καλά ότι κάνουν οικονομία γιατί προστατεύουν το περιβάλλον.
  • Μʼ αρέσει που λένε ότι θα ξαναγυρίσουμε στη δραχμή, γιατί επιτέλους θα ξοδέψω τις δραχμές που είχα φυλάξει για ενθύμιο και μου έσπαγαν τα νεύρα, όταν δεν είχα μία και υπολόγιζα ότι αντιστοιχούν σε 60-70 ευρώ αλλά δεν τις άλλαζε πια η τράπεζα.
  • Μʼ αρέσει που αν πω ότι δουλεύω 2 φορές τη βδομάδα, με κοιτούν με συμπάθεια και μου λένε κουράγιο, ενώ πιο παλιά σκεφτόντουσαν «Ρε τον τεμπέλη»…
  • Μʼ αρέσει που θα έχω και ʽγω μια ιστορία πόνου και δυστυχίας να λέω στις επόμενες γενιές για το παρελθόν της χώρας, όπως εμείς ακούγαμε για Χούντα και 2ο Παγκόσμιο πόλεμο. Αλλιώς θα με πέρναγαν και για πολύ φλώρο..».
 
Ευχάριστα ή δυσάρεστα, σοβαρά ή αστεία… συμφωνούμε ή όχι, το βέβαιο είναι ότι για να γράφονται όλα αυτά, σημαίνει ότι κάποιος λόγος υπάρχει. Ας το σκεφτούμε, λοιπόν, δυο φορές.
 
Μαίρη Π., σʼ ευχαριστώ!
------------------
Πηγή: Πατρίς
------------------