Σελίδες

Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2008

H ΚΟΜΠΟΝΑΔΑ και η "Υπόσχεση"



















Η Κομπονάδα βρίσκεται στη ανατολική πλευρά της πατρίδας μας, που είναι το νησί Κύθηρα.

Θεωρείται από τις ωραιότερες παραλίες της πατρίδας μας και έχει πρόσοψη ευθεία προς τη θέση που σμίγουν τα τρία πελάγη. Ιόνιο, Αιγαίο, και Κρητικό.

Το μήκος της παραλίας είναι περί το ένα χιλιόμετρο. Είναι καλυμμένη από γκρίζα ανακατεμένη με χρυσίζουσα άμμο, πού το όλο σύνολο με τη πρώτη ακτινοβολία του ηλίου δίνει καφέ απόχρωση.

Είναι πολλοί αυτοί πού υποστηρίζουν, ότι ίσως να ανήκει στις δύο ή τρεις περισσότερο ωραίες παραλίες στη νότια Ελλάδα.

Η άμμος πού διαμορφώνει τη παραλία μετακινείται πενήντα μέτρα προς το θαλάσσιο νερό και πενήντα μέτρα προς την ξηρά.

Αυτό εξαρτάται από τη ένταση και τη διεύθυνση του ανέμου που κατά περιόδους φυσά.

Έτσι άνεμος ανατολικής διεύθυνσης και μεγάλης ταχύτητας παρασύρει τη άμμο της παραλίας προς τα μέσα και εναποθέτει αυτή προς το βυθό της θάλασσας, με συνέπεια να χάνει η παραλία τη άμμο και να παραμένουν οι υποκείμενοι ογκόλιθοι, πού μετατρέπουν τη παραλία σε άγρια και αφιλόξενη.

Μεταβολή του ανέμου σε νοτιοδυτικό μεγάλης έντασης πού συνήθως γίνεται περί την Άνοιξη, μετακινεί τη άμμο προς την παραλία και γεμίζοντας τα κενά μεταξύ των ογκολίθων διαμορφώνει τη παραλία στη ομορφιά πού παραπάνω έχομε περιγράψει.

Τα 1/3 της έκτασης της άμμου καλύπτεται από τη εκβολή του ποταμού, που μαζεύοντας τα νερά της βροχής, μετά από διαδρομή 15 χιλ. τα ρίχνει στη θάλασσα .

Η μείξη του νερού της βροχής με το θαλάσσιο νερό παρουσιάζει ένα αγριεμένο κυανό και γκρίζο υγρό πού από τη όψη του δείχνει από πού έρχεται και πού πηγαίνει.

Είναι άλλο να το λέγεις και να το γράφεις, από το να βλέπεις την ώρα της συνάντησης των δύο νερών. Εκεί παρουσιάζεται ή άγρια φύση, πού μόνο όποιος τη βλέπει μπορεί να απολαύσει τη μεγάλη της ομορφιά.

Η κύτη του ποταμού είναι περί τα πενήντα μέτρα ενώ το πλάτος του λαγκαδιού υπερβαίνει τα εκατό. Εκεί πού τελειώνει το πλάτος του λαγκαδιού, δεξιά και αριστερά αρχίζουν να υψώνονται από κάθε μεριά ένα βουνό ύψους, περί τα διακόσια μέτρα ,υπό κλίση 75 μοιρών.

Οι δύο παράλληλες πλαγιές καλύπτονται από καταπράσινη βλάστηση, αλλού θάμνων και αλλού δένδρων, που με αυτά ο πράσινος τάπητας παίρνει κυματοειδή όψη πρωτοφανούς κάλους.

Ο επισκέπτης του χώρου και ειδικά αυτός που τον επισκέπτεται γιά πρώτη φορά, αξίζει να θυσιάσει μία μέρα το μπάνιο του και νά μείνει για λίγο στο χώρο τούτο με το δυνατό αυγουστιάτικο μελτέμι.

Να βρεθεί στο μέσον της μεγάλης αμμουδιάς και με γυμνό μάτι να προσέξει τη ανατολή μέχρι το ορίζοντα.

Τι φαίνεται;; ... Στα πενήντα και πλέον μέτρα από την παραλία θα δεί το περίφημο κύμα της αγριεμένης θάλασσας.

Πενήντα εκατό η και πλέον μέτρα το καθένα, αποτελεί μία κάτασπρη και πολύ πλατιά ζώνη πού σε άλλοτε άλλη απόσταση από τη παραλία επιτίθεται από εκεί προς τη αμμουδιά.

Η επίθεσης είναι μεγάλη, με πολύ μεγάλη ορμή και καταλήγει πάντοτε με ένα πολύ μεγάλο κρότο στη αμμουδιά, όπου η ενέργεια του εκεί και εξαντλείται.

Το ερώτημα είναι ,πώς δημιουργείται αυτός ο περίεργος κυματισμός πού ομοιάζει πολύ με το κυματισμό στο Ινδικό Ωκεανό πού προκαλεί η πρόσκρουση του θαλάσσιου νερού επάνω στα κοραλλιογενή νησιά.

Οί ελληνικές παραλίες είναι δύο ειδών. Το πρώτο είδος είναι αβαθή νερά σε απόσταση εκατό μέτρων περίπου από την αμμουδιά. Εκεί το κύμα απουσιάζει διότι η ποσότητα του θαλασσίου νερού είναι λίγη,και κατά συνέπεια στη παλιδρόμιση η μικρή ποσότητα δεν δημιουργεί όγκο.

Στη Κομπονάδα όμως είναι διαφορετικά. Η θάλασσα στη παραλία έχει μεγάλο βάθος, τέτοιο πού στα δέκα μέτρα, από την ακτή χώνεται ολόκληρο το ανθρώπινο σώμα σε , όρθια στάση.

Η μεγάλη ποσότητα νερού ,όταν κατά το κυματισμό τραβιέται προς τά μέσα, συναντά το καινούριο κύμα πού κινείται προς τα έξω. Έτσι ή μία ποσότητα δε χωρεί στην άλλη και εμπρός στο αδιαχώρητο η πάνω μάζα ανοίγει δημιουργώντας το αφρό του κύματος πού εμείς βλέπομε.
Πίσω από τα μακριά φαρδιά και μεγάλα αυτά κύματα και μέχρι τον ορίζοντα απλώνεται η απέραντη θάλασσα.

Το απέραντο γαλάζιο χρώμα σκεπάζεται, από άλλοτε πυκνά και άλλοτε αραιά άσπρα περιστέρια, όλα μικρού μεγέθους πού και αυτά είναι κύματα αλλά παραμένουν μικρά λόγω του μεγάλου βάθους της από κάτω θάλασσας.

Ο παρατηρητής μένοντας πάντα στη θέση αυτή, αριστερά του μπορεί να ιδεί μία βραχώδη ημικυκλική ακτή, επιστρωμένη κατά το μεγαλύτερο μέρος της από δύο σειρές μεγάλων βράχων. Όλοι οι βράχοι αυτοί προέρχονται από κατρακύλημα του από επάνω τους απότομου βουνού, πού φέρει το όνομα Μανταλάς.

Τα σταγονίδια της συνεχώς φουρτουνιασμένης θάλασσας πού ποτίζουν τη σχεδόν κατακόρυφη πλαγιά, η ορμητική βροχή και ο δυνατός αέρας κάνουν σαθρά τα στηρίγματα των βράχων και κάποτε γκρεμίζονται.

Στα παιδικά χρόνια μου βρέθηκα σε κάποιο τέτοιο κύλισμα και σχημάτισα τη γνώμη τη γίνεται στο χώρο σεισμικής δόνησης πού βρίσκεται πολύ μακριά από το επίκεντρο.

Δεν γράφω το παρόν για να σας παρουσιάσω τον Περικλή Παπαδιαμάντη, Καβάφη ή Βαλαωρίτη.

Γράφω μόνο διότι το τόπο αυτό το έχω επενδύσει με κάποιου μεγάλου μεγέθους συναίσθημα.

Έχω περάσει τα παιδικά μου χρόνια εδώ συνοδός και συνοδευόμενος από μία μεγάλου αναστήματος μητέρα, πού επί 24ώρες το 24ωρο είχε εστραμμένη τη προσοχή της και τη σκέψη της σε μένα.

Έτσι κάποιοι άλλοι του ειδικού μου αναστήματος, του ειδικού επιπέδου και της ειδικής μου ηλικίας αν τους ρωτήσετε πού περνούσαν τις διακοπές τους στη παιδική τους ηλικία είναι πιθανόν να σας απαντήσουν στη Κυανή ακτή ,στη Μάλλαγα, στη Ινδονησία στη κεντρική Αμερική η κάπου μακριά σε ξωτικά μέρη και παραδεισένια.

Τήν απάντηση ποιος υπήρξε περισσότερο τυχερός εγώ η αυτοί την αφήνω ελεύθερα και ανεπηρέαστα σε εσάς......

Στο χώρο αυτό πού σήμερα φθάνετε με το αυτοκίνητό σας, δεν ήλθατε με τα πόδια σας η με κάποιο ωραίο γαιδουράκι, όπως εγώ τότε πού στα οκτώ ή τά εννέα μου χρόνια, μετά από δύο ώρες έφθανα εδώ.

Εσείς τώρα όλοι σας έρχεσθε οδηγώντα μία απαστράπτουσα λιμουζίνα σε χρονικό διάστημα εξ λεπτών.

Έτσι, όπως βλέπομε τήν εξέλιξη χωρίς να το καταλαβαΐνομε παραμιλούμε λέγοντας, τα πάντα έχουν αλλάξει.

Όλα αυτά το κάθε σούρουπο με τη παρέα "της ωραίας φωνής μια γυαλιστερής κουκουβάγιας" τα φανταζόμουνα ότι κάποτε θα ερχόντουσαν και έλεγα πότε επί τέλους θα έλθουν..!!

Εάν θα με ερωτήσετε σήμερα με θάρρος θα σας απαντούσα καλλίτερα να μη είχαν έλθει ποτέ....

Αξέχαστο μου έμεινε σχεδόν, η κάθε βραδυνή του επίσκεψη, ενός από τους καλύτερους ανθρώπους της πατρίδος μας πού περί τη δύση του ηλίου κατέβαινε το γραφικό δρομάκι στο Σπαθί.

Έτσι πάντα με την στακτιά φορεσιά του,τή τραγιάσκα του και το γυαλιστερό του όπλο στο ώμο, στο ημίφως ακουόνταν τά ελαφρά βήματα.

Μού έλεγε πάντα περνώντας και χωρίς να σταθεί με σιγανή φωνή, ότι ο πρώτος λαγός που πού σκότωνε θα ήταν ο δικός μου.

Δεν άνοιγε συζήτηση για το φόβο μη ακούσει τά λόγια ο λαγός και απομακρυνθεί.

Τόσο ή μητέρα μου όσο και εγώ ουδέποτε ακούσαμε τουφεκιά τη νύκτα. Κατά συνέπεια ο μπάρμπα Γιάννης αθέτησε την υπόσχεση πού μου είχε δώσει.

Τά χρόνια πέρασαν εμείς σκυμμένοι μόνιμα σε κάποιο βιβλίο ξεχάσαμε τη Κομπονάδα, ξεχάσαμε τους λαγούς ξεχάσαμε και το μπάρμπα Γιάννη....

Κάποτε νεαρός και καινούριος γιατρός ήλθα σαν παραθεριστής ένα Αύγουστο.

Πρίν να βγεί ό ήλιος ο μπάρμπα Γιάννης ήλθε και βάζοντας το χέρι του μέσα σε ένα ματωμένο στράϊστρο γελώντας ανέσυρε ένα λαγό πρώτου μεγέθους λέγοντας.....

"Δέν λέει ψέμματα ο Γιάννης"....!!!!!!!

-------------------------------------------------------
Περικλής Τζάννες - Αναμνήσεις
-------------------------------------------------------