Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2011

Το ψαλίδι στις επιδοτήσεις θα ρίξει την παραγωγή λαδιού

Τι δείχνει μελέτη της Εθνικής Τράπεζας για το λάδι και το μέλλον του

Το «ψαλίδισμα» των αγροτικών επιδοτήσεων μετά το 2013 θα οδηγήσει σε πτώση την παραγωγή ελαιόλαδου στη χώρα μας, σύμφωνα με εμπεριστατωμένη μελέτη της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα. Όπως επισημαίνουν οι μελετητές, στη χώρα μας το ½ της παραγωγής λαδιού είναι κερδοφόρο μόνο μετά τη λήψη των επιδοτήσεων!

Η Εθνική Τράπεζα εκτιμά ωστόσο ότι θα αυξηθούν οι διεθνείς τιμές του λαδιού κατά την ερχόμενη διετία, καθώς η ανοδική τάση στη ζήτηση του προϊόντος είναι εμφανής. Η Ελλάδα όμως που τυποποιεί μόλις το 20% της παραγωγής, σύμφωνα με τη μελέτη, δεν φαίνεται να είναι ιδιαιτέρως ωφελημένη από αυτή την άνοδο.

Η μελέτη της Εθνικής Τράπεζας εστιάζει και στο κόστος παραγωγής κάνοντας συγκρίσεις με τη Ιταλία και την Ισπανία. Στην Ελλάδα το κόστος παραγωγής, σύμφωνα πάντα με τη μελέτη, ανέρχεται σε 0,65 ευρώ ανά κιλό ελαιόκαρπου, στην Ιταλία 0,60 και στην Ισπανία μόλις 0,55 ευρώ. Ασύμφορη κρίνεται και η σημερινή δομή των ελαιουργείων στην Ελλάδα: Είναι πολλά και τριφασικά (υψηλό κόστος, χαμηλή βιωσιμότητα επιχειρήσεων) έναντι των λίγων, μεγάλων και διφασικών που έχουν οι ανταγωνίστριες χώρες.

Πολλά και μικρά ελαιοτριβεία

Στο στάδιο παραγωγής των ελαιοτριβείων, η μελέτη εστιάζει σε δύο παραμέτρους που επηρεάζουν τη λειτουργία και την αποτελεσματικότητά τους: (i) τεχνολογία παραγωγής και (ii) ιδιοκτησιακό καθεστώς και συγκέντρωση του κλάδου. Όσον αφορά την τεχνολογία παραγωγής, η πλειονότητα των ελαιοτριβείων στην Ελλάδα λειτουργεί ακόμα με σύστημα 3 φάσεων, το οποίο έχει υψηλότερο κόστος επεξεργασίας σε σχέση με τα διφασικά (0,19/κιλό ελαιολάδου έναντι 0,16/κιλό), τα οποία κυριαρχούν στην Ισπανία. Όσον αφορά την οργάνωση του κλάδου, η Ελλάδα έχει υψηλό ποσοστό μικρών (και σε μεγάλο βαθμό συνεταιριστικών) ελαιοτριβείων, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν οικονομίες κλίμακας αλλά και να δυσχεραίνεται ο έλεγχος της ποιότητας και η προώθηση premium προϊόντων. Επισημαίνουμε ότι ο κλάδος στην Ισπανία κυριαρχείται από μεγάλα και σε μεγάλο βαθμό συνεταιριστικά ελαιοτριβεία, ενώ στην Ιταλία τα ελαιοτριβεία, αν και είναι σχετικά μικρά, είναι σε κάποιο βαθμό καθετοποιημένα (με το στάδιο της παραγωγής).

Ανοδικές τιμές διεθνώς την επόμενη 5ετία

Βάσει των υποδειγμάτων για παραγωγή, ζήτηση και τιμές, εκτιμήσαμε την πορεία των βασικών μεταβλητών της διεθνούς αγοράς ελαιολάδου για την επόμενη πενταετία. Συγκεκριμένα, η ζήτηση εκτιμάται ανοδική, κυρίως στις μη παραδοσιακές αγορές. Αναλυτικότερα, η ζήτηση στις 3 βασικές χώρες ελαιοπαραγωγούς εκτιμάται ότι θα αυξηθεί κατά 0,6% κ.μ.ο ετησίως (έναντι 0,5% την προηγούμενη δεκαετία), ενώ η ζήτηση στις λοιπές χώρες εκτιμάται ότι θα αυξηθεί κατά 5% κ.μ.ο ετησίως λόγω αυξημένης ζήτησης για προϊόντα υψηλής διατροφικής αξίας (έναντι 3% την προηγούμενη δεκαετία).

Η παραγωγή των χωρών του τριγώνου θα δεχθεί μικρή περιοριστική επίδραση από την αναθεώρηση της ΚΑΠ. Συγκεκριμένα, εκτιμάμε ότι η παραγωγή θα αυξηθεί κοντά στους 2,5 εκατ. τόνους το 2012 και στη συνέχεια θα επιστρέψει στους 2,3 εκατ. τόνους το 2015 (επίπεδο αντίστοιχο με του 2010). Με δεδομένο ότι η παραγωγή στις λοιπές χώρες θα συνεχίσει να αυξάνεται με το μέσο μακροχρόνιο ρυθμό της τελευταίας εικοσαετίας (2,5%), η συνολική παραγωγή θα αγγίξει τους 3,3 εκατ. τόνους το 2015 (από 3,2 εκατ. τόνους το 2010). Οι τιμές αναμένεται ότι θα ανακάμψουν σταδιακά, κυρίως λόγω της ταχύτερης αύξησης της ζήτησης σε σχέση με την προσφορά. Βάσει των εκτιμήσεων μας, η διεθνής τιμή ελαιολάδου θα προσεγγίσει τα 2,6/κιλό το 2015 (από 2,3/κιλό την περίοδο 1991-2010).

Υψηλό το κόστος παραγωγής στην Ελλάδα

Η κατακερματισμένη δομή του ελληνικού κλάδου ελαιοπαραγωγής τον συγκρατεί χαμηλότερα από τις δυνητικές του επιδόσεις, καθώς δε διευκολύνεται η εντατική και οργανωμένη καλλιέργεια (παράδειγμα Ισπανίας) που θα βελτίωνε την παραγωγικότητα εδάφους και εργασίας.

Οι χαμηλότεροι μισθοί στην Ελλάδα δεν αρκούν για να αντισταθμίσουν την επίδραση της χαμηλής παραγωγικότητας εργασίας, με αποτέλεσμα το κόστος παραγωγής ελιών να είναι υψηλότερο στην Ελλάδα (0,65/κιλό ελιών έναντι 0,6/κιλό στην Ιταλία και 0,55/κιλό στην Ισπανία) - καθιστώντας την ελληνική παραγωγή λιγότερο ανταγωνιστική.

Επιπλέον, αν και οι ελαιοπαραγωγοί καρπώνονται παρόμοια έσοδα και στις τρεις χώρες (της τάξης των 0,7/κιλό ελιών), η εξάρτηση των εσόδων από τις επιδοτήσεις είναι υψηλότερη στην Ελλάδα (0,25/κιλό ελιών στην Ελλάδα έναντι 0,21/κιλό στην Ιταλία και 0,18/ κιλό την Ισπανία). Στο σημείο αυτό είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι σχεδόν το ½ της παραγωγής είναι κερδοφόρο μόνο μετά από επιδοτήσεις και συνεπώς μόνο το εναπομείναν 20% λειτουργεί αποδοτικά (έναντι 35% στην Ιταλία και 70% στην Ισπανία).

Μόνο το 20% της παραγωγής τυποποιείται

Μόλις το 20% της συνολικής παραγωγής ελαιολάδου φτάνει στο στάδιο της τυποποίησης στην Ελλάδα (65 χιλ. τόνοι), με το αντίστοιχο ποσοστό να είναι της τάξης του ½ για την Ισπανία (660 χιλ. τόνοι) και 3/4 για την Ιταλία (820 χιλ. τόνοι).

Λόγω του χαμηλού όγκου τυποποιημένου προϊόντος, οι ελληνικές εταιρείες τυποποίησης δυσκολεύονται να ανταγωνιστούν τις ιταλικές και ισπανικές πολυεθνικές του κλάδου όσον αφορά την αποτελεσματική προώθηση αναγνωρίσιμων brands.

Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι κατά μέσο όρο οι εταιρείες τυποποίησης ελαιολάδου πραγματοποιούν κύκλο εργασιών της τάξης των 7,5 εκατ. στην Ισπανία και 1,5 εκατ. στην Ιταλία, έναντι μόλις 0,5 εκατ. στην Ελλάδα.

Το χαμηλό μερίδιο της Ελλάδας στη διεθνή αγορά τυποποιημένου ελαιολάδου (3% που αντιστοιχεί σε περίπου 30.000 τόνους) της στερεί σημαντική υπεραξία, καθώς οι εξαγωγές τυποποιημένου ελαιολάδου τιμολογούνται υψηλότερα από τις εξαγωγές σε χύμα μορφή (με μια διαφορά της τάξης του 1/κιλό, περίπου 50% υψηλότερα).

Υπό πίεση η ελληνική παραγωγή από την αναθεώρηση της ΚΑΠ

Η ελληνική παραγωγή ελαιολάδου εκτιμάται ότι θα δεχθεί σημαντική πίεση από την αναθεώρηση της ΚΑΠ, σύμφωνα με την οποία οι επιδοτήσεις συνδέονται με την καλλιεργήσιμη γη σε κάθε χώρα και σταδιακά επιχειρείται η πλήρης εξίσωση του ύψους επιδότησης ανά εκτάριο καλλιεργήσιμης γης για όλες τις χώρες της ΕΕ.

Οι ετήσιες επιδοτήσεις για το ελληνικό ελαιόλαδο θα μειωθούν κοντά στα ευρώ 420 εκατ. το 2020 από ευρώ 550 εκατ. σήμερα (με μακροπρόθεσμες πιέσεις για περαιτέρω μείωση μετά το 2020, καθώς η πλήρης σύνδεση με την καλλιεργήσιμη γη περιορίζει το επίπεδο των πόρων στα 225 εκατ.).

Συνδυάζοντας την περιοριστική αυτή επίδραση με την ανοδική πορεία του κόστους (από τον σταδιακό εξορθολογισμό της αμοιβής των αλλοδαπών εργαζόμενων, οι οποίοι αποτελούν σχεδόν το σύνολο της έμμισθης απασχόλησης του κλάδου), αναμένουμε ότι η ελληνική παραγωγή θα περιορισθεί κοντά στους 340.000 τόνους το 2015 και λίγο πάνω από 300.000 τόνους το 2020 (από 360.000 τόνους το 2010).

Παρά τις χαμηλότερες ενισχύσεις της ΚΑΠ, η μείωση της παραγωγής διατηρεί το ύψος της επιδότησης ανά κιλό ελαιολάδου κοντά στα σημερινά επίπεδα (ευρώ 1,4/κιλό το 2020 έναντι ευρώ 1,5/κιλό το 2009 υπό την υπόθεση της σταθερής παραγωγής).
--------------------
Πηγή: Πατρίς
--------------------